Για αυτούς που έφυγαν…

Είναι μια γλυκιά χειμωνιάτικη νύχτα η αποψινή, γεμάτη συναισθήματα και αναμνήσεις.
Με το φεγγάρι να ρίχνει το αχνό του φως κάθε φορά που καταφέρνει να ξεγλιστρήσει πίσω από τα σύννεφα. Αδύναμα τα αστέρια, λάμπουν στον ουρανό σαν μικρά διαμαντάκια. Λένε πως στ’ αστέρια κατοικούν οι ψυχές αυτών που έφυγαν από κοντά μας.

 

 

Αλήθεια, ψέματα; Κάποια στιγμή θα το ανακαλύψουμε. Μπορεί να πρόκειται για μια παρηγορητική σκέψη που γεννιέται από την ανάγκη μας να νιώσουμε πως όσα και όσους αγαπήσαμε δεν χάθηκαν πραγματικά.

 

 

Κάπως έτσι, τα αστέρια γίνονται μικροί φάροι μνήμης, φωτίζοντας στιγμές και πρόσωπα που δεν θέλουμε να ξεχάσουμε. Μπορεί, όμως, να είναι κι ένας τρόπος που το σύμπαν μας ψιθυρίζει πως τίποτα δεν χάνεται στ’ αλήθεια, όσο το μυαλό συνεχίζει να θυμάται. Μπορεί, τελικά, τα αστέρια να είναι ένας δρόμος – ένας αληθινός δρόμος ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν, ανάμεσα σε αυτούς που έφυγαν και σε αυτούς που μένουν πίσω να τους θυμούνται.

 

 

Υπάρχει ομορφιά στη σκέψη ότι, ενώ αγαπημένα μας πρόσωπα έφυγαν για πάντα, οι αναμνήσεις τους είναι πάντα κοντά μας, φωτίζοντας το δρόμο μας, όπως τα αστέρια στον ουρανό. Υπάρχουν νύχτες, όταν όλα είναι ήσυχα και το βλέμμα μου χάνεται στον ουρανό, να νιώθω μια ανεπαίσθητη παρουσία. Σαν μια σκέψη που δεν είναι δική μου, σαν ένα συναίσθημα που γεννιέται από το πουθενά. Μια γλυκιά ανάμνηση, ένα ανεξήγητο αίσθημα οικειότητας.

 

 

Ίσως να είναι μια αίσθηση ότι δεν είμαστε εντελώς μόνοι. Ότι αυτοί που αγαπήσαμε άφησαν πίσω τους κάτι από την ύπαρξή τους, σαν απόηχος που ταξιδεύει στο χρόνο. Ένα άρωμα, μια φράση που μας έλεγαν συχνά, κάτι που μας τους θυμίζει και τους κρατάει κοντά μας κι ας μη μπορούμε πλέον να τους αγγίξουμε.

 

 

Μια ανάμνηση σαν ένας ψίθυρος του ανέμου που έμοιαζε με γνώριμη φωνή, που ένα αστέρι στον νυχτερινό ουρανό φάνηκε να λάμπει λίγο περισσότερο, σαν να ήθελε να πει κάτι. Γράφουμε για να μην ξεχάσουμε. Όχι τις λεπτομέρειες – αυτές ξεθωριάζουν με το πέρασμα του χρόνου, όσο κι αν πασχίζουμε να τις κρατήσουμε ζωντανές.

 

 

Γράφουμε για να διασώσουμε κάτι πιο άυλο: ένα βλέμμα, μια σιωπή, τον τρόπο που έλεγαν το όνομά μας. Την αίσθηση ότι κάποτε υπήρξαμε αγαπημένοι από ανθρώπους που δεν είναι πια εδώ. Δεν κατοικούν πια στο χρόνο, αλλά επιμένουν να επιστρέφουν στη μνήμη.
Και τότε αναρωτιόμαστε: που πάνε οι λέξεις που δεν είπαμε ποτέ; Που βρίσκονται τα “σ’ αγαπώ” που δεν ειπώθηκαν, τα “συγνώμη” που δεν τολμήσαμε;

 

 

Ίσως η γραφή να είναι ο τρόπος μας να τους απευθυνθούμε, επιτέλους. Να τους πούμε όσα δεν ειπώθηκαν στην ώρα τους. Να στήσουμε ένα μικρό εσωτερικό τελετουργικό, ένα αντίο ή ένα καλωσόρισμα – ανάλογα με το τι μας βαραίνει περισσότερο. Δεν γράφουμε για να τους ζωντανέψουμε – αυτό δεν γίνεται.

 

 

Γράφουμε για να μην αφήσουμε τη μνήμη τους να πεθάνει δεύτερη φορά. Γιατί όσο κι αν η ζωή συνεχίζεται… όσο κι αν προχωράει, πάντα θα κουβαλάμε μέσα μας αυτούς που μας αγάπησαν, ή που πονέσαμε επειδή δεν μας αγάπησαν όπως ελπίζαμε.

 

 

Η γραφή γίνεται μια μορφή συνέχειας. Μια τελετή μνήμης. Ένα άγγιγμα στον ώμο τους, έστω κι αν δεν είναι πια εκεί, για να το νιώσουν. Αλλά και ίσως, τελικά, γράφουμε για να μην χαθούμε κι εμείς στη σιωπή, στη λήθη, στη μοναξιά.

 

 

Αυτή η σιωπηλή τελετή γραφής, είναι τελικά η δική μας πράξη αγάπης – για εκείνους που έφυγαν, αλλά και για εμάς που θα συνεχίσουμε να γυρεύουμε φως στα αστέρια.

 

 

Διαβάστε Επίσης

Υγεία: Όλα καλά… στα social!

Στους αγαπητούς μας διοικητές νοσοκομείων, που με την συνεχή τους παρουσία στα social media φροντίζουν να βλέπουμε πόσο… όλα

Δείτε το κανάλι μας...