της Ελένης Βατσινά
Δεν είναι απλώς υπό πίεση ο πρωτογενής τομέας στην Ελλάδα, βρίσκεται σε καθεστώς επιβίωσης και οι τελευταίοι μήνες αποκάλυψαν για ακόμη μία φορά τη σκληρή αυτή πραγματικότητα. Οι αγροτοκτηνοτρόφοι, που θα έπρεπε να αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας και της διατροφικής ασφάλειάς μας, εξαναγκάζονται να παλεύουν όχι για καλύτερες τιμές και για δίκαιες αγορές, αλλά… για τα αυτονόητα, για τα χρωστούμενα.
Και ενώ η πραγματικότητα αυτή είναι γνωστή, η κυβέρνηση επιμένει να κρύβεται πίσω από έναν τεχνητό δημοσιονομικό καθωσπρεπισμό. Όχι μόνο δεν αναλαμβάνει τις ευθύνες της για τις καθυστερήσεις, τα λάθη και την αδιαφορία, αλλά αντιθέτως κατηγορεί όσους σηκώνουν ανάστημα ως «ανέξοδους συνδικαλιστές». Μόνο που αυτοί που διαμαρτύρονται είναι εκείνοι που παλεύουν καθημερινά για να ζήσουν τις οικογένειες και τα κοπάδια τους.
Επιδοτήσεις με το σταγονόμετρο – για κάποιους ούτε αυτό
Οι οφειλές δεν είναι μια λογιστική «αστοχία». Είναι πολιτική επιλογή. Όταν η Ελλάδα αποτελεί ευρωπαϊκή εξαίρεση επειδή δεν μπόρεσε καν να πληρώσει εγκαίρως το 70% της βασικής ενίσχυσης -την ώρα που όλες οι άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης τα κατάφεραν-, τότε δεν μιλάμε για ατυχία, αλλά για αποτυχία. Σε αυτό ας προσθέσουμε μερικά ακόμη κομμάτια του παζλ: έναν ΕΛΓΑ που αρνείται πεισματικά να εκσυγχρονιστεί, έναν ΟΠΕΚΕΠΕ που έχει μετατραπεί σε παράδειγμα λάθους και καθυστέρησης και μια κυβέρνηση που αρνείται να δώσει λύσεις.
Η αγορά δεν συγχωρεί κι οι παραγωγοί δεν μπορούν να περιμένουν
Σε μια αγορά που οι τιμές των ζωοτροφών, της ενέργειας, των λιπασμάτων και των καυσίμων έχουν εκτοξευθεί, η επιδότηση -όταν φυσικά δοθεί κι αν δοθεί- δεν αρκεί πλέον ούτε για να καλύψει το κόστος παραγωγής – πόσω μάλλον να εγγυηθεί βιωσιμότητα. Σε περιοχές ολόκληρες ανά την Ελλάδα τα χωράφια σταδιακά εγκαταλείπονται, μένουν ακαλλιέργητα και οι στάνες κλείνουν κι όλα αυτά δεν είναι τυχαία. Όπως επίσης δεν είναι τυχαίο το ότι οι νέοι γυρίζουν την πλάτη στο επάγγελμα που κάποτε αποτελούσε μια καλή κι ελκυστική προοπτική. Όταν η αγορά πληρώνει τον παραγωγό κάτω από το κόστος και η Πολιτεία αντί να παρέμβει απλά καθυστερεί επιδοτήσεις, το μήνυμα είναι σαφές: «Δεν μας ενδιαφέρει αν θα συνεχίσετε να υπάρχετε».
Το μοντέλο έπρεπε να έχει αλλάξει… χθες
Η αλήθεια υπάρχει και δεν είναι σύνθετη, όμως ένα πολιτικό σύστημα που αντιμετωπίζει τους ανθρώπους της γης σαν «επιδόματα και μόνο» βολεύεται σε αυτή την κατάσταση. Για να έχει παραγωγούς εξαρτημένους από τις επιδοτήσεις, άρα και από τις προθέσεις της κυβέρνησης. Κι όμως… ο παραγωγός πρέπει να ζει από την πώληση των προϊόντων του, όχι από τις επιδοτήσεις. Η επιδότηση πρέπει να είναι μια επιπλέον στήριξη, όχι ένα σωσίβιο στον ωκεανό των προβλημάτων του πρωτογενούς τομέα.
Η επιδότηση θα έπρεπε να έχει τον ρόλο της επιβράβευσης της παραγωγής, της ποιότητας, της καινοτομίας και όχι να αποτελεί το «μπάλωμα» στις τρύπες μιας αγοράς που λειτουργεί εις βάρος του παραγωγού και υπέρ των μεσαζόντων. Νέος σχεδιασμός, λοιπόν, τώρα, με ισχυρά συνεταιριστικά σχήματα, με διαφάνεια και αξιοπιστία στις πληρωμές, με πραγματική προστασία από τις ελληνοποιήσεις προϊόντων, εκσυγχρονισμό του ΕΛΓΑ, συμβολαιακή γεωργία που δίνει σιγουριά και, φυσικά, με πολιτική τιμών που δεν αφήνει τον παραγωγό έρμαιο. Αν η κυβέρνηση συνεχίζει να αγνοεί τις πραγματικές ανάγκες, είναι παραπάνω από βέβαιο ότι ο πρωτογενής τομέας θα συνεχίσει να μαραζώνει.
Ο πρωτογενής τομέας δεν είναι «κόστος», αλλά ζήτημα εθνικής ασφάλειας, επιβίωσης της υπαίθρου, οικονομικής ανεξαρτησίας. Άλλωστε δεν ζητούν προνόμια και ειδική μεταχείριση οι αγροτοκτηνοτρόφοι. Ζητούν δικαιοσύνη και σεβασμό. Όσο παραμένουν χιλιάδες παραγωγοί με απλήρωτες ενισχύσεις, τόσο το χάσμα μεγαλώνει. Και όσο το μοντέλο παραγωγής παραμένει καθηλωμένο στον προηγούμενο αιώνα, τόσο η Ελλάδα θα χάνει το τρένο του «αύριο»! Άλλωστε οι αγρότες και οι κτηνοτρόφοι μας -οι άνθρωποι του μόχθου- δεν ζητούν ελεημοσύνη.
Ζητούν το αυτονόητο, το δίκαιο: να μπορούν να ζήσουν από τον κόπο τους. Κι αν αυτό κάποιοι το ονομάζουν… ανέξοδο συνδικαλισμό, τότε σίγουρα το πρόβλημα δεν βρίσκεται στα χωράφια, αλλά αλλού!





