Για τη νύχτα που δεν ήρθε ποτέ ο ύπνος…

“Φεγγαρόλουστη νύχτα, σπάσαν τα σύννεφα σκορπίστηκαν…”, έγραψε ο Ιάπωνας ποιητής, Μανεφούσα Ματσούο-Μπασό.

 

 

Η νύχτα προχωράει καθώς συνεχίζω να γράφω σε μια προσπάθεια να βάλω σε μια τάξη τις σκέψεις μου. Άλλες στιγμές γράφω κατευθείαν στον υπολογιστή, άλλες στιγμές προτιμώ το μελάνι και το χαρτί. Η αίσθηση του μελανιού που απλώνεται πάνω στη λευκή και άψυχη σελίδα ζωγραφίζοντας μία-μία τις λέξεις, μπορεί να είναι περισσότερο κουραστική μα σίγουρα πιο απολαυστική.

 

 

Κάθε λέξη που γράφω, κάθε πρόταση που σχηματίζεται είναι ένα μικρό κομμάτι του εαυτού μου που αποκτά ζωή. Ανάμεσα στις γραμμές, ανακαλύπτω τις ανησυχίες, τις ελπίδες, τις επιθυμίες μου – ξετυλίγονται οι μνήμες μου. Κι εδώ, μέσα στη ησυχία και την απεραντοσύνη της νύχτας, οι λέξεις γίνονται οι καλύτεροι σύμμαχοί μου.

 

 

Γράφω για εκείνη τη νύχτα που ο ύπνος δεν ήρθε.
Μια νύχτα λουσμένη στο φως του φεγγαριού, που οι σκέψεις αρνούνταν να σιγήσουν.
Μια νύχτα που μέτρησα όλες τις ρωγμές στον τοίχο, λες και μπορούσαν να μου πουν κάτι που δεν ήξερα.
Για εκείνη τη νύχτα που γύρισα πλευρό όχι για να ξεκουραστώ, αλλά για να ξεφύγω από τις σκέψεις που με κοιτούσαν κατάματα στο σκοτάδι.

 

 

Έμεινα ξάγρυπνος πλάι στη σκιά του εαυτού μου, να θυμάμαι αυτούς που έφυγαν και που τώρα μόνο η ανάμνησή τους υπάρχει – μια ανάμνηση ζεστή.
Ήταν εκείνη τη νύχτα που θυμήθηκα αυτούς που έφυγαν και που ένιωσα την ανάγκη να τους μιλήσω ψιθυριστά και να τους πω: “μου λείπετε”, χωρίς ντροπή.

 

Ήταν εκείνη η νύχτα που δεν ζητούσα ύπνο, μα μόνο μια αγκαλιά από λέξεις, μια σκέψη που να με κρατήσει να μη χαθώ.
Ήταν εκείνη τη νύχτα που τα πάντα μέσα μου έτρεμαν και ήθελα απλώς, έστω για λίγο, να μη φοβάμαι. Να μη φοβάμαι όχι τον κόσμο, όσο τη δική μου σιωπή. Και κάπως έτσι, μέσα στη νύχτα που δεν έλεγε να τελειώσει, κατάλαβα πως αυτό που πραγματικά ζητούσα δεν ήταν ο ύπνος, αλλά μια θέση στη μνήμη – να υπάρχω και να τους κρατώ, όπως κρατάει κανείς το χέρι ενός παιδιού που φοβάται το σκοτάδι.

 

 

Ίσως τελικά γράφουμε για να μην ξεχάσουμε – κι ας ξέρουμε πως κάποια πράγματα δεν θα τα θυμάται πια κανείς, αν δεν τα πούμε εμείς. Είναι η συνειδητοποίηση ότι ορισμένες μνήμες, βιώματα και συναισθήματα, αν δεν καταγραφούν, κινδυνεύουν να χαθούν για πάντα.
Μέσα σε εκείνη τη νύχτα που απλωνόταν ατελείωτη και τα πάντα έμοιαζαν πιο βαριά. Σε εκείνες τις στιγμές, που η ανάγκη για συντροφικότητα έπαιρνε μορφή μέσα από τις λέξεις – εκεί που βρίσκεις την αγκαλιά που δεν προσφέρει το σώμα, αλλά η ίδια η γραφή.

 

 

Γράφεις για να αντέξεις την άγρυπνη αναμονή, να ξορκίσεις τον φόβο, να βρεις μια θέση στη μνήμη – τη δική σου αλλά και τη συλλογική.

 

 

Αν, τελικά, το να γράφεις γίνεται ο μόνος τρόπος να μην ξεχάσεις, τότε η νύχτα που δεν έφερε ποτέ τον ύπνο είναι μια νύχτα που γέμισε ζωή: με σκέψεις, αναμνήσεις, λέξεις και, πάνω απ’ όλα, αλήθεια. Είναι η στιγμή που αντιλαμβάνεσαι πως οι λέξεις είναι το χέρι που κρατάς μέσα στο σκοτάδι – κι αυτή η γνήσια επαφή με τον εσώτερο εαυτό σου είναι ό,τι πιο πολύτιμο μπορεί να γεννήσει μια τέτοια νύχτα.

 

 

*Για τον Αντώνη και όσα μοιραστήκαμε!!!

 

 

Διαβάστε Επίσης

Δείτε το κανάλι μας...