Η επέκταση της δραστηριότητας των funds και των εταιρειών διαχείρισης απαιτήσεων στη διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης έχει μεταβάλει ριζικά το τοπίο της ιδιωτικής αφερεγγυότητας. Η πρόσφατη ανακοίνωση της Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος έρχεται να επιβεβαιώσει με τον πλέον εμφατικό τρόπο ότι το υφιστάμενο πλαίσιο αφήνει τους δανειολήπτες ουσιαστικά απροστάτευτους απέναντι σε πρακτικές που συχνά υπερβαίνουν τα όρια της χρηστής διοίκησης και της καλής πίστης.
Ένα από τα πιο κρίσιμα προβλήματα που αναδεικνύονται είναι η σχεδόν πλήρης αδυναμία αποτελεσματικής επικοινωνίας. Οι δανειολήπτες και οι νομικοί τους παραμένουν εγκλωβισμένοι σε τηλεφωνικά κέντρα και αυτοματοποιημένα συστήματα, χωρίς πρόσβαση σε αρμόδιους που να δύνανται να λάβουν ουσιαστικές αποφάσεις για ρυθμίσεις ή διευκρινίσεις. Η πρακτική αυτή όχι μόνο καθυστερεί διαδικασίες, αλλά στερεί από τον οφειλέτη το στοιχειώδες δικαίωμα σε διάλογο και ενημέρωση, καθιστώντας τη θέση του εξαιρετικά δυσμενή.
Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί επίσης η χρήση τυποποιημένων, ανελαστικών προτάσεων ρύθμισης. Παρά την οικονομική ευαλωτότητα μεγάλου μέρους των δανειοληπτών, τα προσφερόμενα σχήματα συχνά περιλαμβάνουν υψηλές προκαταβολές ή μη ρεαλιστικά χρονοδιαγράμματα αποπληρωμής, τα οποία οδηγούν νομοτελειακά σε αδυναμία συμμόρφωσης και, εν τέλει, σε πλειστηριασμό. Επιπλέον, η καθυστέρηση ή άρνηση έκδοσης απαραίτητων εγγράφων δημιουργεί φαύλο κύκλο αβεβαιότητας και ανασφάλειας δικαίου.
Ακόμη πιο προβληματική είναι η αποστολή εξωδίκων περί έκπτωσης από ρυθμίσεις του Ν.3869/2010 ή η απαίτηση ανύπαρκτων οφειλών, ακόμη και σε περιπτώσεις όπου οι δανειολήπτες τηρούν δικαστικές αποφάσεις ή έχουν ήδη καταβάλει τα οριζόμενα ποσά. Τέτοιες ενέργειες δεν αποτελούν απλώς παραλείψεις, αλλά συνιστούν μορφή πίεσης που εκμεταλλεύεται την αδυναμία του πολίτη να αντιπαρατεθεί με έναν θεσμικά και οικονομικά υπέρτερο μηχανισμό.
Οι δικηγόροι αδυνατούν πλέον να επιτελέσουν αποτελεσματικά το καθήκον τους προς τον εντολέα τους, καθώς δεν διαθέτουν τα εργαλεία, την πρόσβαση ή την ενημέρωση που απαιτείται. Το θεσμικό αυτό κενό μεταφράζεται σε μια κοινωνική πραγματικότητα όπου χιλιάδες δανειολήπτες κινδυνεύουν να βρεθούν εκτεθειμένοι χωρίς ουσιαστική δυνατότητα υπεράσπισης, σε μια περίοδο κατά την οποία οι πλειστηριασμοί εντείνονται.
Η πραγματικότητα αυτή κρούει πλέον τον κώδωνα του κινδύνου. Εάν η Πολιτεία και οι εποπτικοί φορείς δεν προχωρήσουν άμεσα σε ουσιαστικές παρεμβάσεις – θεσμικές, νομοθετικές και ελεγκτικές – το φαινόμενο θα εξελιχθεί σε μείζον κοινωνικό πρόβλημα. Απαιτείται ένα σαφές και δεσμευτικό πλαίσιο λειτουργίας των εταιρειών διαχείρισης, που θα διασφαλίζει την αξιοπρέπεια των οφειλετών, τη διαφάνεια των διαδικασιών και τον σεβασμό της δικαιοκρατικής αρχής. Αυτό που ισχύει σήμερα είναι τρομοκρατία.
Μισέλ Αμπού – Χάντμπα
Δικηγόρος
Αν. Γραμματέας Δικαιοσύνης ΠΑΣΟΚ ΚΙΝΗΜΑ ΑΛΛΑΓΗΣ





