Η εποχή της ενημέρωσης δεν γυρίζει πίσω – Ας το καταλάβουν οι εφημεριδάδες

Διάβασα πρόσφατα ένα σχόλιο σε τοπική εφημερίδα που υποστήριζε πως μόνο η έντυπη ενημέρωση αποτελεί μια «ποιοτική επιλογή», μακριά —όπως έλεγε— από τις «βιασύνες, τις παραπλανήσεις και τον αποπροσανατολισμό» του διαδικτύου. Μια άποψη που ίσως να κρύβει νοσταλγία για άλλες εποχές, αλλά ταυτόχρονα προδίδει και κάτι βαθύτερο: την αμηχανία όσων είδαν να χάνεται το μονοπώλιο της πληροφόρησης που κάποτε κατείχαν.

 

 

Ας είμαστε ειλικρινείς. Για δεκαετίες, οι εφημερίδες —ακόμα και οι τοπικές— λειτουργούσαν σαν μικρά φέουδα. Ο καθένας ήξερε ποιον «υποστήριζε» η κάθε μία, ποιον «προωθούσε» και ποιον «έθαβε». Δεν ήταν λίγες οι περιπτώσεις όπου οι σελίδες τους γέμιζαν με άρθρα γραμμένα κατά παραγγελία, με αντάλλαγμα ένα διαφημιστικό πακέτο ή μια εξυπηρέτηση. Ο αναγνώστης, χωρίς άλλη πηγή πληροφόρησης, δεν είχε επιλογή παρά να καταπιεί ό,τι του σερβίριζαν.

 

 

Κι ύστερα ήρθε το διαδίκτυο. Κι άλλαξε τα πάντα. Ξαφνικά, η είδηση έπαψε να είναι αποκλειστικότητα λίγων. Η γνώμη μπορούσε να ακουστεί από παντού. Η φωνή του πολίτη, του νέου, του άγνωστου, βρήκε διέξοδο. Αυτό φυσικά ενόχλησε όσους είχαν μάθει να ελέγχουν την πληροφόρηση — κι είναι λογικό να προσπαθούν σήμερα να μειώσουν τη σημασία και την αξιοπιστία του διαδικτύου. Όμως η πραγματικότητα δεν αλλάζει με ρητορικά σχήματα. Η ενημέρωση πια δεν είναι κλειδωμένη σε τυπογραφεία και γραφεία διευθυντών. Είναι ζωντανή, ανοιχτή, πολύμορφη. Ναι, υπάρχουν υπερβολές, παραπληροφόρηση, fake news. Υπήρχαν όμως και πριν — απλώς τότε δεν τα αποκαλούσαμε έτσι.

 

 

Οι εφημερίδες που σήμερα παριστάνουν τις «αμόλυντες» από τα πάθη της εποχής, ήταν εκείνες που έπαιζαν κατά το δοκούν τα παιχνίδια της εξουσίας, της διαφήμισης και της τοπικής διαπλοκής. Ας μη βιαζόμαστε λοιπόν να τις ανακηρύξουμε σε μοναδικούς θεματοφύλακες της αλήθειας. Το ζητούμενο σήμερα δεν είναι να επιστρέψουμε πίσω, αλλά να μάθουμε να ξεχωρίζουμε. Να διαβάζουμε, να συγκρίνουμε, να κρίνουμε. Να μην καταπίνουμε αμάσητα ούτε τα διαδικτυακά ούτε τα έντυπα ψεύδη. Η κριτική σκέψη είναι η μόνη ασπίδα του πολίτη — όχι το είδος του χαρτιού στο οποίο τυπώνεται μια είδηση. Ο πλουραλισμός της ενημέρωσης είναι κατάκτηση. Μπορεί να φέρνει θόρυβο, μπορεί να κουράζει, αλλά είναι ο θόρυβος της ελευθερίας.

 

 

Και προτιμότερο να ακούγονται πολλές φωνές, παρά να κυριαρχεί μία — εκείνη που κάποτε αποφάσιζε τι «πρέπει» να ξέρουμε και τι όχι. Η ενημέρωση δεν ανήκει πια σε κανέναν. Ανήκει σε όλους. Και αυτό είναι το πιο ελπιδοφόρο πράγμα που μας έχει δώσει η εποχή μας.

 

 

Και κάτι ακόμα για τους… εφημεριδάδες!

 

 

Κι εδώ αξίζει να πούμε δυο λόγια για τους λεγόμενους «εφημεριδάδες». Αυτούς που για δεκαετίες κρατούσαν στα χέρια τους όχι μόνο το χαρτί, αλλά και την αφήγηση μιας ολόκληρης κοινωνίας. Ανθρώπους που γνώριζαν πρόσωπα, παρασκήνια, μικροϋποθέσεις και ισορροπίες∙ ανθρώπους που μπορούσαν να ανεβάσουν ή να θάψουν έναν συμπολίτη με μια απλή παράγραφο. Κάποιοι από αυτούς υπήρξαν πραγματικοί λειτουργοί της ενημέρωσης — τίμιοι, εργατικοί, με αίσθηση καθήκοντος. Άλλοι όμως —και δυστυχώς δεν ήταν λίγοι— είδαν την εφημερίδα ως μέσο επιρροής, εκβιασμού ή προσωπικής προβολής.

 

 

Πουλούσαν χώρο, έγραφαν κατά παραγγελία, εξυπηρετούσαν φίλους, υπονόμευαν αντιπάλους. Δημιούργησαν ένα τοπικό «κατεστημένο» όπου η ενημέρωση γινόταν εργαλείο συναλλαγής. Κι όταν ήρθε το διαδίκτυο, το παιχνίδι άλλαξε.

 

 

Οι «εφημεριδάδες» βρέθηκαν ξαφνικά χωρίς προνόμια. Δεν μπορούσαν πια να ελέγχουν τι θα μάθει ο πολίτης, ποια φωτογραφία θα δει, ποιο όνομα θα περάσει απαρατήρητο. Και τότε άρχισε η γκρίνια. Η καταγγελία για το «άναρχο διαδίκτυο», για τους «ανώνυμους σχολιαστές» και τους «μπλόγκερ που γράφουν ό,τι θέλουν».

 

 

Μα η αλήθεια είναι πως αυτό ακριβώς είναι η ελευθερία: να μπορεί ο καθένας να πει τη γνώμη του — και να κριθεί για αυτήν.

 

 

Η εποχή των «εφημεριδάδων» που νόμιζαν πως κρατούν το μέτρο της αλήθειας έχει τελειώσει. Τώρα ο αναγνώστης έχει στα χέρια του τη δύναμη να συγκρίνει, να ψάξει, να αντιδράσει. Και αυτή η δύναμη δεν χαρίζεται πια σε κανέναν εκδότη, διευθυντή ή αρθρογράφο. Όσο κι αν κάποιοι επιμένουν να βλέπουν το διαδίκτυο ως απειλή, η πραγματικότητα είναι πως οι ίδιοι απλώς φοβούνται τη διαφάνεια. Φοβούνται τον κόσμο που πλέον δεν χρειάζεται τη δική τους μεσολάβηση για να ενημερωθεί. Και ίσως, τελικά, αυτό να είναι το πιο δίκαιο «τίμημα» μιας εποχής που γύρισε σελίδα — χωρίς να ρωτήσει τους παλιούς της εκδότες.

Διαβάστε Επίσης

Δείτε το κανάλι μας...