Η Ελλάδα βιώνει πληθυσμιακή κρίση, με μείωση νέων και αύξηση ηλικιωμένων, απειλώντας την αγορά εργασίας και το ασφαλιστικό σύστημα, ενώ η μετανάστευση και η υπογεννητικότητα εντείνουν το πρόβλημα
Η πληθυσμιακή υποχώρηση που σημειώνει η Ελλάδα τα τελευταία είκοσι χρόνια αγγίζει κυρίως τις ηλικίες των 20 και 30 ετών, δηλαδή τις πιο παραγωγικές ηλικιακές ομάδες, οι οποίες συρρικνώνονται σταθερά κάθε χρόνο. Την ίδια ώρα, αυξάνεται διαρκώς ο αριθμός των ατόμων άνω των 65 ετών. Η χαμηλή γεννητικότητα σε συνδυασμό με τη φυγή νέων στο εξωτερικό — ιδιαίτερα έντονη στα χρόνια της οικονομικής κρίσης — έχουν επιβαρύνει σημαντικά το δημογραφικό πρόβλημα, με σοβαρές συνέπειες τόσο για την απασχόληση όσο και για το μέλλον του ασφαλιστικού συστήματος. Σήμερα, η σχέση μισθωτών προς συνταξιούχους βρίσκεται στο επίπεδο του 1,7 προς 1, τη στιγμή που, για να διασφαλίζεται η βιωσιμότητα του συστήματος, θα έπρεπε να διαμορφώνεται στο 4 προς 1 — δηλαδή τέσσερις εργαζόμενοι να αντιστοιχούν σε έναν συνταξιούχο.
Το κόστος της γήρανσης και οι ευρωπαϊκοί δείκτες
Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Ageing Report 2024), ο δείκτης εξάρτησης των ηλικιωμένων στην Ελλάδα φτάνει το 39, έναντι 36,1 στον μέσο όρο της ΕΕ. Παράλληλα, ο δείκτης οικονομικής εξάρτησης των ηλικιωμένων ήταν το 2022 σημαντικά υψηλότερος στη χώρα μας — 56,2 έναντι 45,7 — και αναμένεται να επιδεινωθεί έως το 2030, φτάνοντας στο 46%, έναντι 42% στην ΕΕ.
Στην περίοδο 2008–2025 ο συνολικός πληθυσμός της Ελλάδας έχει μειωθεί κατά περίπου 720.000 άτομα, δηλαδή κατά 8,5%. Αν και η κάμψη συνεχίστηκε και μέσα στο 2025, ο ρυθμός υποχώρησης φαίνεται να έχει επιβραδυνθεί, όπως αναφέρει ο Ιωάννης Χολέζας, επιστημονικός συνεργάτης του ΚΕΠΕ. Η πτώση δεν είναι ενιαία ανά ηλικιακή ομάδα. Για το 2024, καταγράφεται μείωση 22.140 ατόμων άνω των 15 ετών. Η μεγαλύτερη κάμψη εντοπίζεται στην ομάδα 30–44 ετών (78.300 άτομα ή 4%) και ακολουθεί η ομάδα 20–24 ετών (15.100 άτομα ή 3,1%). Αντίθετα, αύξηση καταγράφηκε στην ομάδα 15–19 ετών (29.500 άτομα ή 5,1%) και στους άνω των 65 (32.900 άτομα ή 1,3%).
Φύλο, ηλικία και μεταβολές
Η μείωση είναι εντονότερη στις γυναίκες (13.000) σε σύγκριση με τους άνδρες (9.100). Στην ηλικιακή ομάδα 15–19 ετών, για παράδειγμα, οι άνδρες έμειναν σταθεροί (+0,7%), ενώ οι γυναίκες αυξήθηκαν κατά 9,9%. Από το τέλος του 2008 ως το τέλος του 2024, η μείωση του πληθυσμού άνω των 15 ετών ξεπέρασε τις 425.000 άτομα ή 4,5%, με μέσο ετήσιο ρυθμό -0,7%. Οι ηλικιακές ομάδες που παρουσίασαν αύξηση ήταν οι 15–19, 45–64 και 65+, ενώ τις μεγαλύτερες απώλειες υπέστησαν οι 20–24, 25–29 και 30–44 ετών — με την τελευταία να υποχωρεί κατά περίπου 683.000 άτομα. Αντίθετα, η ηλικιακή ομάδα 65+ αυξήθηκε κατά 405.000 άτομα. Η δημογραφική επιδείνωση καταγράφεται και στο Ageing Report της Ε.Ε., σύμφωνα με το οποίο ο πληθυσμός της Ελλάδας αναμένεται να μειωθεί σε περίπου 10 εκατομμύρια το 2030, σημειώνοντας πτώση άνω του 4% από το 2022, με ετήσιο ρυθμό -0,5%.
Γήρανση και μετανάστευση
Η γήρανση συνεπάγεται και με περισσότερους θανάτους στο μέλλον, παρά την αύξηση του προσδόκιμου ζωής κατά 1,7 έτη για τους άνδρες (80,5 έτη το 2030) και κατά 1,3 έτη για τις γυναίκες (85,5 έτη). Αυτό θα ασκήσει πρόσθετες πιέσεις στο ασφαλιστικό σύστημα και ενδέχεται να οδηγήσει σε επανεξέταση των ορίων συνταξιοδότησης ή σε πολιτικές που ενισχύουν τη συμμετοχή στην εργασία ατόμων με χαμηλά ποσοστά απασχόλησης — όπως νέοι, γυναίκες και άτομα με αναπηρία, σύμφωνα με το ΚΕΠΕ.
Αν και συχνά γίνεται λόγος για (brain drain), το καθαρό μεταναστευτικό ισοζύγιο είναι κατά κανόνα θετικό: περισσότεροι άνθρωποι μπαίνουν στη χώρα από όσους φεύγουν. Εξαίρεση αποτέλεσαν η περίοδος 2010–2015 και το 2021 (κορωνοϊός), όταν καταγράφηκε καθαρή έξοδος. Το ποσοστό του πληθυσμού χωρίς ελληνική υπηκοότητα μειώθηκε στο 3% το τελευταίο τρίμηνο του 2024, από 6,5% το 2008. Ταυτόχρονα, το ποσοστό του πληθυσμού με πτυχίο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης αυξήθηκε από 34,4% το 2008 σε 40,2% το 2024 — ποσοστό που θα ήταν ακόμη υψηλότερο χωρίς τις μεταναστευτικές ροές των τελευταίων ετών.