του Στρατή Κοκκινέλλη
Φιλόλογος, δημοσιογράφος
Σε μια ομαλή δημοκρατία, η αντιπολίτευση είναι όχι απλώς θεσμική αναγκαιότητα, αλλά λειτουργικό ανάχωμα στον αυταρχισμό της εξουσίας. Στην Ελλάδα του σήμερα, όμως, το αντιπολιτευτικό τοπίο μοιάζει περισσότερο με σκιά του εαυτού του. Κι αυτή η σκιά είναι που ακόμα και οι φίλοι και οπαδοί της «γαλάζιας» παράταξης δεν τη βλέπουν με καλό μάτι και τους χαλάει. Σε πρόσφατη συζήτηση που είχα με φανατικό οπαδό της Νέας Δημοκρατίας ο οποίος είχε δεχτεί και κυνηγητό επί διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, μου είπε: «Ποτέ δεν είχε συμβεί αυτό που ζούμε τώρα. Πάντα υπήρχε ένα δίπολο. Δεξιά – Αριστερά, Δύση – Ανατολή. Άντε να έρθει ξανά στα πράγματα ο Τσίπρας, να ξεκινήσει παιχνίδι. Τώρα παίζουμε μόνοι μας».
Για να επανέλθουμε, όμως, τα κόμματα της αντιπολίτευσης βρίσκονται σε υπαρξιακή κρίση. Άλλα βυθισμένα σε εσωστρέφεια, άλλα χωρίς στρατηγικό σχέδιο και πολιτική πυξίδα, άλλα απλώς θορυβούν χωρίς να πείθουν. Η κοινωνία δεν βλέπει πια μια αξιόπιστη εναλλακτική. Και αυτό δεν χαρίζει μόνο πόντους στην κυβέρνηση, της προσφέρει σχεδόν απόλυτη ελευθερία κινήσεων. Από αυτή την ασυδοσία της εξουσίας γεννιέται η αλαζονεία. Δεν είναι τυχαίο που βλέπουμε υπουργούς να νομοθετούν με προχειρότητα, να περιφρονούν κοινοβουλευτικές διαδικασίες, ή να απαντούν στους πολίτες με υπεροψία. Δεν είναι τυχαίο που πολιτικές επιλογές λαμβάνονται χωρίς να ακούγεται η βάση και να προκαλούν γκρίνιες, δυσανεξίες έως και την ανατροπή ή ανάκληση μέτρων και νόμων.
Η εξουσία σήμερα δεν φοβάται την αντιπολίτευση. Και αυτό είναι επικίνδυνο. Όταν απουσιάζει η πολιτική αντιπαράθεση επί της ουσίας, όταν οι κοινωνικές ομάδες δεν έχουν πού να στραφούν για να εκφράσουν τη δυσαρέσκειά τους εντός του θεσμικού πλαισίου, τότε ανοίγουν δρόμοι που η Ιστορία έχει δείξει ότι οδηγούν σε ριζοσπαστικοποίηση, απαξίωση των θεσμών ή ακόμα και πολιτική αστάθεια. Γιατί όσο η κυβέρνηση δεν έχει αντίπαλο, τόσο η κοινωνία θα νιώθει ακυβέρνητη. Η σημερινή πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα δεν είναι μονόπλευρη.
Η απουσία σοβαρής αντιπολίτευσης δεν αποτελεί απλώς αδυναμία των κομμάτων της. Είναι και μια βαθύτερη κρίση του πολιτικού μας συστήματος, της εμπιστοσύνης των πολιτών, του τρόπου με τον οποίο ορίζουμε τη δημόσια συζήτηση. Η κυβέρνηση μπορεί να αισθάνεται άνετη, σχεδόν απόλυτη, αλλά η δημοκρατία δεν αναπνέει μόνο από την εξουσία. Αναπνέει -ίσως κυρίως- από τον αντίλογο. Χωρίς ισχυρή, συνεπή και ειλικρινή αντιπολίτευση, η δημοκρατία ασφυκτιά. Και αυτό δεν είναι ούτε ρητορικό σχήμα ούτε αντιπολιτευτικό σύνθημα. Είναι η γυμνή αλήθεια ενός πολιτικού τοπίου που -αν δεν αλλάξει- κινδυνεύει να αυτοακυρωθεί.