Ο μισθός αυξάνεται αλλά ο μήνας δε βγαίνει – Τι πάει λάθος;

Γιατί ενώ ο μέσος μισθός αυξήθηκε στα 1.342 ευρώ μικτά, τα περισσότερα νοικοκυριά δεν βγάζουν το μήνα; Η εξήγηση βρίσκεται στη διαφορά μεταξύ ονομαστικού και πραγματικού μισθού.

 

 

Πρόσφατα, με αφορμή τα στοιχεία του ΕΡΓΑΝΗ για το 2024, ο πρωθυπουργός προέβη σε μια πανηγυρική ανάρτηση, για το πόσο έχει αυξηθεί ο μέσος μισθός σε σχέση με το 2023 και το 2019 (7,2% και 28,3%), δηλώνοντας σίγουρος ότι θα επιτευχθεί ο προεκλογικός στόχος της κυβέρνησης: Το 2027 στην Ελλάδα ο μέσος μισθός να είναι στα 1.500 ευρώ και ο κατώτατος στα 950 ευρώ. Λίγες μέρες μετά τις κυβερνητικές ανακοινώσεις, ήρθε η ψυχρολουσία από την έρευνα του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ για το εισόδημα και τις συνθήκες διαβίωσης.

 

 

Για τα έξι στα δέκα νοικοκυριά τα χρήματα τελειώνουν στις 19 του μήνα. Ακόμα και στο μέσο όρο των νοικοκυριών ο μισθός δεν επαρκεί και τελειώνει στις 27 του μήνα. Παρά τις ονομαστικές αυξήσεις, η κατάσταση δεν έχει βελτιωθεί παρά οριακά, ενώ για κάποιες κατηγορίες του πληθυσμού, όπως τα πολυμελή νοικοκυριά και οι μικρομεσαίοι, υπάρχει επιδείνωση. Σχεδόν ταυτόχρονα με τα στοιχεία του ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ δημοσιεύθηκε άλλη μια έρευνα-χαστούκι, από το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ: Οι τρεις στους τέσσερις εργαζόμενους γυρνάνε από τη δουλειά όχι απλώς κουρασμένοι, αλλά εξαντλημένοι, ενώ για τους εργαζόμενους στην εστίαση και τον τουρισμό τα ποσοστά σωματικής εξάντλησης φτάνουν το 83% του συνόλου.

 

 

Ονομαστικός και πραγματικός μισθός

 

 

«Με τον ήλιο τα μπάζω, με τον ήλιο τα βγάζω, τι έχουν τα έρμα και ψοφάνε;» αναρωτιόταν ο βοσκός στην παροιμία. Έτσι θα μπορούσε να αναρωτηθεί κανείς, αφού η κυβέρνηση δίνει αυξήσεις, και μάλιστα διψήφιες σε βάθος τετραετίας, τι έχουν οι έρμοι οι μισθωτοί και οι αυτοαπασχολούμενοι και φυτοζωούν ή έστω δηλώνουν ότι μετά βίας τα βγάζουν πέρα; Πριν αρχίσουμε τις ψυχολογικού τύπου απαντήσεις, για το αν ως λαός είμαστε «Ξανθόπουλοι», όπως είχε ειπωθεί σε πάνελ για την ακρίβεια, και μας αρέσει να παραπονιόμαστε, καλό είναι να δούμε λίγο τα πραγματικά στοιχεία.

 

 

Όπως επισημαίνει μιλώντας στο in ο διευθυντής του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ και καθηγητής στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών του ΕΚΠΑ Γιώργος Αργείτης, άλλο μέγεθος είναι ο μικτός μισθός, άλλο ο ονομαστικός καθαρός μισθός, που μπαίνει στην τσέπη του κάθε μισθωτού και άλλη είναι η αγοραστική δύναμη του μισθού. Κάτω από 900 ευρώ ο πραγματικός μέσος μισθός Το ΙΝΕ-ΓΣΕΕ χρησιμοποίησε τον μαθηματικό τύπο για τον υπολογισμό του καθαρού μισθού από τις επίσημες υπηρεσίες του ΕΦΚΑ. Με βάση αυτόν ο μικτός μισθός των 1342 ευρώ, αφαιρώντας τους φόρους και τις εισφορές ανέρχεται στα 1044 ευρώ καθαρά.

 

 

Όμως η αγοραστική δύναμη του ποσού αυτού, ο αποκαλούμενος «πραγματικός μισθός» εξαρτάται από το κόστος διαβίωσης και την επίδραση που έχει στο εισόδημα του καταναλωτή-μισθωτού ο πληθωρισμός. Το ΙΝΕ-ΓΣΕΕ για να υπολογίσει την αγοραστική δύναμη του καθαρού ονομαστικού μέσου μισθού έκανε την εξής άσκηση: Έθεσε ως έτος βάσης το 2020, την τελευταία χρονιά πριν την έκρηξη του πληθωρισμού που ροκάνισε το διαθέσιμο εισόδημα των μισθωτών. «Αποπληθωρίζοντας» τον μέσο καθαρό ονομαστικό μισθό του 2024 με βάση την αθροιστική μεταβολή του Γενικού Δείκτη Τιμών Καταναλωτή το διάστημα 2020-24, διαπιστώνουμε ότι ο πραγματικός καθαρός μέσος μισθός το 2024 ανέρχεται στα 885 ευρώ. Το 2020 ήταν 839 ευρώ. Άρα η πραγματική αγοραστική δύναμη του καθαρού μέσου ονομαστικού μισθού αυξήθηκε μόλις 49 ευρώ σε διάστημα τετραετίας. Με βάση δε τον δείκτη τιμών των τροφίμων, ο «αποπληθωρισμένος» καθαρός μέσος μισθός του 2024 είναι ακόμα χαμηλότερος, μόλις στα 799 ευρώ.

 

 

Ποσοτικά και ποιοτικά στοιχεία

 

 

Ο επιστημονικός διευθυντής του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ τονίζει ότι οι αντιλήψεις της επιστημονικής κοινότητας για το πώς μελετάμε και αξιολογούμε την αγορά εργασίας έχουν εξελιχθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια. « Το ενδιαφέρον πλέον δεν περιορίζεται στα ποσοτικά στοιχεία αλλά αφορά και την ποιότητα της εργασίας. Σε αυτά τα πεδία οργανισμοί όπως ο ΟΗΕ, ο ΟΟΣΑ, η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας με τις εκθέσεις τους δίνουν μια νέα προσέγγιση». Σε ό,τι αφορά τα ποιοτικά στοιχεία της εργασίας εξετάζονται τρεις διαστάσεις: Η πρώτη είναι ποιότητα των αμοιβών, αν οδηγούν τον εργαζόμενο, αλλά και την οικογένεια που βρίσκεται πίσω από αυτόν, σε μια αξιοπρεπή διαβίωση. Η δεύτερη διάσταση είναι η ασφάλεια ή η επισφάλεια της αγοράς εργασίας.

 

 

Οι διεθνείς οργανισμοί κοιτάνε τα ποσοστά της ανεργίας, τον χρόνο που χρειάζεται κάποιος που θα μείνει άνεργος για να ξαναβρεί εργασία και το επίδομα ανεργίας. Το ύψος και τη διάρκεια καταβολής του και το ποσοστό των ανέργων που παίρνουν επίδομα. Η τρίτη διάσταση είναι η ποιότητα του εργασιακού περιβάλλοντος. «Εδώ έχουμε μια σειρά άλλους παράγοντες, όπως είναι ο χρόνος εργασίας, η ένταση της εργασίας, η κατάρτιση και εκπαίδευση και οι δυνατότητες επαγγελματικής εξέλιξης των εργαζομένων. Οι σχέσεις του καθενός εργαζόμενου με τους συναδέλφους του. Αν νιώθει χρήσιμος στην εργασία του. Ποιοτικά στοιχεία που μας δίνουν μια εικόνα του πόσο ‘ευτυχισμένος’ είναι ο εργαζόμενος που πηγαίνει στη δουλειά του», μας λέει ο κ. Αργείτης. Στις σχετικές ετήσιες έρευνες για την ποιότητα της εργασίας και την εργασιακή ικανοποίηση, που εκδίδουν οργανισμοί όπως η Εurofound και ο ΟΟΣΑ, η Ελλάδα βρίσκεται σταθερά στις τελευταίες θέσεις.

 


Έρευνες για την ποιότητα της εργασίας

 

 

ΤΟ ΙΝΕ-ΓΣΕΕ έχει ξεκινήσει μια σειρά ερευνών για την ποιότητα της εργασίας στην Ελλάδα, μετρώντας δημοσκοπικά 40 ερωτήματα για να αξιολογήσει το εργασιακό περιβάλλον. Η πρόσφατη έρευνα για το φυσικό περιβάλλον της εργασίας είναι το πρώτο σκέλος. Η επόμενη έρευνα θα αφορά το χρόνο εργασίας και έπονται περισσότερες. «Δεν πρέπει να κοιτάμε μόνο αν μειώθηκε το ποσοστό ανεργίας κάτω από το 10% και επειδή ο μέσος μισθός είναι στα 1342 ευρώ να πανηγυρίζουμε ότι η αγορά εργασίας πάει καλά, ενώ αγνοούμε τις τρεις διαστάσεις στην ποιότητα της αγοράς εργασίας», δηλώνει ο επιστημονικός διευυντής του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ.

 

 

Όσο για το ερώτημα «γιατί ο μισθός τελειώνει πριν τελειώσει ο μήνας», η απάντηση είναι απλή: «Είναι συνδυασμός της ακρίβειας και του χαμηλού ονομαστικού μισθού. Ακόμα και στα στοιχεία του ΕΡΓΑΝΗ, το 46% δηλώνει ότι παίρνει ονομαστικό μισθό κάτω από 1000 ευρώ μικτά. Το καθαρό ποσό χωρίς τις εισφορές είναι λίγο πάνω από 800 ευρώ. Πώς να επιβιώσεις με αυτή την ακρίβεια, ειδικά αν πληρώνεις ενοίκιο; Το ερώτημα που θέτω συνολικά προς τους εκπροσώπους της κυβέρνησης είναι αν υπάρχει πράγματι λόγος να πανηγυρίζουμε. Είμαστε ικανοποιημένοι με αυτόν τον μέσο μισθό; Οδηγεί σε αξιοπρεπή διαβίωση; Την ίδια στιγμή οι εκπρόσωποι της κυβέρνησης λαμβάνουν υπόψιν όλα αυτά τα ποιοτικά στοιχεία;»

 

 

Κρίση δημοκρατίας

 

 

Ο Γιώργος Αργείτης παραπέμπει στη συζήτηση για τις αιτίες κρίσης στις φιλελεύθερες δημοκρατίες και της ραγδαίας ανόδου των λαϊκιστών δημαγωγών και της άκρας δεξιάς. «Μια απάντηση σ’αυτό, στη διεθνή βιβλιογραφία είναι ότι οι κυβερνήσεις ασκούν επικοινωνία και όχι πραγματική πολιτική. Επικεντρώνονται σε κάποιους στατιστικούς δείκτες και διαφημίζουν την πολιτική τους. Όμως οι δείκτες αυτοί δεν αφορούν τα νοικοκυριά, δεν αποτυπώνουν το πραγματικό επίπεδο διαβίωσης και την ποιότητα ζωής και εργασίας. Όταν ως χώρα και ως πολιτικοί δεν ασχολούμαστε με τα πραγματικά μεγέθη που επηρεάζουν το νοικοκυριό και πανηγυρίζουμε επειδή ο μέσος ακαθάριστος μισθός ανέβηκε στα 1342 ευρώ, μήπως έτσι προκαλούμε μια κρίση στη δημοκρατία και τροφοδοτούμε τον λαϊκισμό;», καταλήγει.

 

 

www.tanea.gr

Διαβάστε Επίσης

πατήστε & διαβάστε το 25ο τεύχος
πατήστε στην εικόνα & διαβάστε...
Δείτε το κανάλι μας...