Τρία χρόνια συμπληρώνονται αύριο 6 Σεπτεμβρίου από τον θάνατο του Γάλλου ηθοποιού Ζαν Πολ Μπελμοντό, σε ηλικία 88 ετών.
Ένας από τους δασκάλους του είχε προβλέψει πως «ο κ. Μπελμοντό δεν θα πετύχει ποτέ με την όψη χούλιγκαν που έχει». Ο Μπελμοντό απάντησε με μια άσεμνη χειρονομία τη στιγμή εκείνη, αλλά και με ογδόντα φιλμ, τη συντριπτική τους πλειονότητα μπλοκμπάστερ, τον επόμενο μισό αιώνα, υποδυόμενος ρόλους αλησμόνητους, από ζεν πρεμιέ όπως στο «Με κομμένη την ανάσα» έως περιπετειώδεις ήρωες όπως εκείνου που κρεμόταν από ένα ελικόπτερο πάνω από τη Βενετία στον «Τυχοδιώκτη του Ρίο». Ο «γοητευτικά άσχημος» όπως τον αποκαλούσαν οι κριτικοί σε αντιδιαστολή με τον Αλέν Ντελόν, ξεκίνησε την υποκριτική καριέρα του το 1957, αφήνοντας πίσω μια άλλη, μάλλον πολλά υποσχόμενη σταδιοδρομία στην πυγμαχία.
Γεννημένος το 1933 στο εύπορο προάστιο Νεϊγί σουρ Σεν του Παρισιού, ήταν γιος ενός γλύπτη με ιταλικές ρίζες και μιας ζωγράφου. Πήγε σε ελίτ ιδιωτικά σχολεία, αν και οι επιδόσεις του ήταν «φτωχές». Έδειξε από νωρίς την κλίση του στα σπορ και μετά από ένα σύντομο «πέρασμα» από την πυγμαχία, τον κέρδισε η υποκριτική.
Ο «Μπεμπέλ» όπως ήταν γνωστός στο γαλλικό κοινό, έμελλε να γίνει ένας από τους μεγαλύτερους σταρ των ’60 και ’70, πρωταγωνιστώντας σε ταινίες – ορόσημα του παγκόσμιου σινεμά, όπως Ο τρελός Πιερό (Pierrot le fou, 1965), Ο τυχοδιώκτης τον δύο ηπείρων (Les tribulations Προσθήκη άρθρουd’un Chinois en Chine, 1965), Οι διαρρήκτες (Le casse, 1971), Η Ατιμασμένη (La ciociara, 1960). Πολλά έχουν γραφτεί για την αναρθόδοξη παραγωγή του «Με κομμένη την ανάσα» όπου ο Γκοντάρ φέρεται να άλλαζε τους διαλόγους καθημερινά και να έκανε τα γυρίσματα χωρίς φως ώστε να εκμαιεύει τον υποκριτικό αυθορμητισμό των ηθοποιών.
Παρά τις προκλήσεις, ωστόσο, ο Μπελμοντό ανταποκρίθηκε άψογα και το φιλμ έγινε επιτυχία με την πρώτη προβολή του. Κι ήταν αυτός ο θρίαμβος της περιπέτειας του Ζαν-Λυκ Γκοντάρ που εκτόξευσε το άστρο του Μπελμοντό στο διεθνές κινηματογραφικό στερέωμα. Εμφανίστηκε, μάλιστα, και στην Ατιμασμένη, διασκευή του Moderato Cantabile από τον Πίτερ Μπρου, στο πλευρό της Σοφία Λόρεν υπό τη σκηνοθετική μπαγκέτα του Βιτόριο ντε Σίκα. Ωστόσο, όπως και ο Αλέν Ντελόν, ο Μπελμοντό προστιμούσε το γαλλικό σινεμά.
«Αν είχα μια συμβουλή για τους νέους ηθοποιούς, θα ήταν να μην παραμελούν ποτέ την τεχνική: Χωρίς τεχνική, περιορίζεται η ευρηματικότητα. Όμως, δεν πρέπει να φαίνεται ποτέ. Αυτό που μετρά, είναι το αποτέλεσμα, όχι ο ιδρώτας ούτε ο πόνος που κοστίζει» έλεγε ο ίδιος. Με ένα τσιγάρο και ένα χαμόγελο μονίμως στα χείλη, η ελκυστικότητα του Μπελμοντό, ένας συνδυασμός κυνισμού και ευαισθησίας, ζεστασιάς και αυτοπεποίθησης, «γέννησε» ένα νέο είδος ρομαντισμού στο γαλλικό Νέο Κύμα.
Με πληροφορίες από France24/Guardian/Reuters
Η κηδεία του μεγάλου ηθοποιού
Το φέρετρο του ηθοποιού, που ήταν καλυμμένο με τη γαλλική σημαία, πέρασε από την αυλή του στρατιωτικού μουσείου των Απομάχων, όπου είναι θαμμένος ο Ναπολέοντας, για την επίσημη τελετή. Ο Ζαν Πολ Μπελμοντό ήταν για χρόνια ένας από τους δημοφιλέστερους ηθοποιούς στη Γαλλία, που έπαιξε σε δεκάδες εμπορικές ταινίες, αφού είχε ήδη γίνει διάσημος ως σταρ της Nouvelle Vague, κυρίως χάρη στην ταινία «Με κομμένη την ανάσα» του Ζαν Λυκ Γκοντάρ, το 1959.
«Ήταν ο φίλος που όλοι ονειρεύονταν», είπε ο Εμανουέλ Μακρόν στον επικήδειό του. «Δεν σταματούσε ποτέ να ανανεώνεται, να αναδημιουργεί τον εαυτό του και κατ’ αυτόν τον τρόπο κατέκτησε διαδοχικές γενιές. Αντίο, Μπεμπέλ», πρόσθεσε ο πρόεδρος της Γαλλίας.
«Εκεί όπου βρίσκεται, είμαι σίγουρος ότι χαμογελάει, όπως πάντα», είπε ο εγγονός του, επίσης ηθοποιός, Βικτόρ Μπελμοντό, δείχνοντας τη μεγάλη φωτογραφία του παππού του, με το χαμόγελο στα χείλη. «Δεν έπαψε ποτέ να αναζητά την ευτυχία, αλλά και να την δίνει», συνέχισε ο Βικτόρ που συνοδευόταν από τα άλλα εγγόνια του ηθοποιού και τη νεότερη κόρη του, τη Στέλλα. Στην τελετή παραβρέθηκαν τα μέλη της οικογένειάς του, υπουργοί, καλλιτέχνες όπως ο βραβευμένος με Όσκαρ Ζαν Ντιζαρντέν, ηθοποιοί, όπως οι Γκιγιόμ Κανέ και Μαριόν Κοτιγιάρ και πολλοί θαυμαστές του. Συνολικά, στην αυλή του μεγάρου, εκτός από τους συγγενείς και τους επισήμους, επιτράπηκε η είσοδος σε 1.000 άτομα, υπό την προϋπόθεση ότι ήταν εφοδιασμένοι με «πράσινο» υγειονομικό πάσο.
Το πλήθος μπορούσε όμως να παρακολουθήσει την τελετή και από τις γιγαντοοθόνες που είχαν τοποθετηθεί γύρω από το μνημείο, ενώ πολλά τηλεοπτικά κανάλια διέκοψαν το πρόγραμμά τους για να την μεταδώσουν. Οι πύλες των Απομάχων άνοιξαν για να αποχαιρετίσουν τον Μπελμοντό από κοντά όσοι το επιθυμούσαν. Ένα τέτοιο λαϊκό προσκύνημα είχε οργανωθεί και μετά τον θάνατο του πρώην προέδρου Ζακ Σιράκ, το 2019. Η κηδεία του τελέστηκε στην εκκλησία Σεν-Ζερμέν-ντε-Πρε, στο κέντρο του Παρισιού, σε στενό οικογενειακό κύκλο.
Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ, AFP, Reuters