Η πίστη μπορεί να εκφραστεί με χίλιους δυο τρόπους, αρκεί, φυσικά, να πιστεύουμε. Και είναι ο πνευματικός καθρέφτης της ψυχής. Μόλις καθρεφτίσεις την ψυχή σου, βλέπεις ολοκάθαρα το εσωτερικό σου. Ένα ψυχικό αποτύπωμα είναι και το εκκλησάκι της Παναγίας στην Κρυσταλλοπηγή (Σέλλιανη) Παραμυθιάς. Εκεί βρεθήκαμε πρόσφατα, ευλαβείς προσκυνητές, μέσα στο κοίλωμα (κουφάλα) αιωνόβιου πλατάνου, αφιερωμένο στην Παναγία, για αυτό και το όνομά του είναι Παναγία η Πλατανιώτισσα, ενώ έξω από αυτόν υπάρχει πέτρινο εικονοστάσι. Αν και πολύ περιορισμένων διαστάσεων, χωρίς τα πρακτικά και δομικά χαρακτηριστικά ενός ναού, όλα ταξινομούνται με βάση τη φυσική διατομή του πλατάνου. Και ως σκέπαστρο, ένας βαμμένος τσίγκος.
Ο πλάτανος αυτός, που έχει τη δική του ιστορία, καθώς στην περίοδο της Κατοχής οι Σελλιανίτες έστησαν ενέδρα στους Γερμανούς, ονομάζεται από τους ντόπιους «πλάτανος του Αράπη». Οι εκδοχές για την ονομασία είναι κυρίως τρεις: Πήρε το όνομα από το παρατσούκλι φύλακα του κάμπου. Από την αρβανίτικη λέξη ραπ, που σημαίνει πλάτανος. Από μάχη κατά την αρχαιότητα στο σημείο αυτό. Αλλά πώς ο γέρικος αυτός πλάτανος, όπου σε μικρή απόσταση σώζονται απομεινάρια από μοναστήρι της βυζαντινής περιόδου, μετατράπηκε σε εκκλησάκι;
Τα πρώτα χρόνια μετά την πτώση του καθεστώτος της Αλβανίας, πλήθος μεταναστών περνούσε καθημερινά τα σύνορα με την Ελλάδα και από την παραμεθόριο της Θεσπρωτίας, προκειμένου με τα πόδια να προωθηθούν προς το εσωτερικό της χώρας. Μια ομάδα από αυτούς, κρύα νύχτα του χειμώνα ήταν, τουρτούριζαν από το κρύο, έκαναν στάση στον πλάτανο, μπήκαν μέσα στο κοίλωμά του και άναψαν φωτιά για να ζεσταθούν. Άθελά τους εκδηλώθηκε πυρκαγιά και ο πλάτανος έπαθε αρκετές ζημιές. Έγιναν, όμως, παρεμβάσεις από γεωπόνους (κλάδεμα και φυτοφάρμακα), με αποτέλεσμα ο πλάτανος να σωθεί.
Μετά από αυτό το περιστατικό, κάτοικοι σκέφτηκαν να φτιάξουν ένα προσκυνητάρι εντός της «καρδιάς» του πλατάνου, που με τις εικόνες και τα αφιερώματα που αφήνουν οι διαβάτες πήρε σιγά σιγά τη μορφή μιας πολύ μικρής εκκλησίας, με ένα πέτρινο πλάτωμα να θυμίζει Αγία Τράπεζα, με εικόνες, στον κορμό και τις διακλαδώσεις του πλατάνου, του Χριστού, της Παναγίας και πολλών αγίων, μεταξύ των οποίων και του πατρο-Κοσμά, ο οποίος πέρασε από το χωριό και δίδαξε. Και όμως, εκεί, σε αυτή τη δεντροεκκλησιά, μπορείς να ερευνήσεις το εσωτερικό σου και να ανακαλύψεις τα «κρύφια» και τα «αλλότρια» και προσεύχεσαι να μη σε υποδουλώσουν. Να μην υποσκάψουν σιγά σιγά την ψυχή.
Να μη δημιουργήσουν το κατάλληλο κλίμα για την καλλιέργεια εγωιστικού φρονήματος. Να μη γεννήσουν την αμαρτωλή επιθυμία. Και αντιλαμβάνεσαι, σε αυτό το υποτυπώδες εκκλησάκι μέσα στον πλάτανο, από κάποια εσωτερική παρόρμηση, ότι και ο δυνατότερος άνθρωπος έχει ανάγκη τη βοήθεια του Θεού για να σταθεί στα πόδια του. Η σκέψη αυτή σου προκαλεί τόση χαρά, ώστε απαλλάσσεσαι από τη δεσποτεία του εαυτού σου και ξεσπάς βουβά σε μια θριαμβευτική ιαχή: Θα γίνω καθαρός και λαμπρός, από οτιδήποτε μου καταπιέζει και μου καταμολύνει την ψυχή. Και περνάς, πάλι μπροστά στον πλάτανο, σε ένα άλλο στάδιο σκέψης.
Όλες οι καρδιές έχουν ανάγκη από την καλοσύνη. Και των αδύνατων και των ισχυρών και των φτωχών και των νικημένων και των νικητών. Αλλά δεν αρκεί να νιώθει κανείς αγάπη για όλους. Πρέπει να είναι διαρκώς έτοιμος για μια προσφορά του καλού ανεξάντλητη. Σε αυτό σε προτρέπει η Παναγία η Πλατανιώτισσα. Πρέπει, αλλά εδώ δεν ακούγεται αρμονικά το «πρέπει», γιατί η καλοσύνη δεν έχει τίποτα το αναγκαστικό. Είναι ανάβρυσμα αυθόρμητο της καρδιάς, που ξέρει να φανερώνει την αγάπη της όμορφα και ισορροπημένα. Εδώ, μέσα στο κούφαλο του πλατάνου, με τις εικόνες να σε περιτριγυρίζουν και το καντήλι να καίει ακοίμητα, νιώθεις, έστω και στιγμιαία, ομορφιά και ισορροπία.