Ενας χρόνος έκλεισε από τον θάνατο του ηθοποιού Ζαν Πολ Μπελμοντό σε ηλικία 88 ετών, οποίος άφησε τη τελευταία του πνοή τον Σεπτέμβριο του 2021. Αρχικά ενσάρκωσε στη μεγάλη οθόνη το αντιηρωικό πνεύμα της γαλλικής «νουβέλ βαγκ», ενώ αργότερα πρωταγωνίστησε σε δεκάδες ταινίες του γαλλικού κινηματογράφου πολλές από τις οποίες σημείωσαν μεγάλη εμπορική επιτυχία.
Γεννημένος στις 9 Απριλίου 1933 στο Νεϊγί-συρ-Σεν, βορειοδυτικά του Παρισιού και μεγαλωμένος σε καλλιτεχνική οικογένεια ασχολήθηκε αρχικά με την πυγμαχία διαγράφοντας μάλιστα μια πολύ καλή πορεία στα ρινγκ τα οποία ωστόσο εγκατέλειψε νωρίς. Στη συνέχεια φοίτησε στην Εθνική Σχολή Δραματικής Τέχνης του Παρισιού απ’ όπου αποφοίτησε το 1956. Ξεκίνησε αμέσως την επαγγελματική του διαδρομή στο σινεμά παίζοντας διάφορους μικρούς ρόλους.
Ο πρώτος του πρωταγωνιστικός ρόλος ήρθε το 1958 με το Les copains du Dimanche και μετά από διάφορες συνεργασίες, όπως με τον σκηνοθέτη Μαρκ Αλεγκρέ στο Έγκλημα στην Place Pigalle (Sois belle et tais-toi, 1958) και το Τελευταίο Ραντεβού (Un drôle de Dimanche, 1958), τον Μαρσέλ Καρνέ στους Ζαβολιάρηδες (Les tricheurs, 1958), αλλά και τον ρόλο του ως Ντ’ Αρτανιάν στην τηλεοπτική ταινία Οι 3 σωματοφύλακες, ήρθε ο ρόλος που θα έκανε το όνομά του γνωστό σε μία ταινία που εκπροσωπούσε το «Νέο κύμα».
Εξαιρετικά σημαντική ήταν η συνεργασία με τον Ζαν-Λυκ Γκοντάρ, Μαζί έκαναν, το 1960, το πασίγνωστο Με κομμένη την ανάσα (À bout de soufflé), όπου ο Μπελμοντό πρωταγωνιστεί ως κακοποιός που προσπαθεί να ξεφύγει από την αστυνομία και βρίσκει καταφύγιο σε μία εφήμερη ερωτική σχέση με μία Αμερικανίδα.
Την ίδια χρονιά έπαιξε στο φιλμ του Βιττόριο ντε Σίκα Η Ατιμασμένη (La ciociara, 1960), η οποία επέκτεινε τη φήμη του σε παγκόσμιο βεληνεκές.Ακολούθησε, το 1961, το Η Κυρία θέλει έρωτα (Une femme est une femme) και την ίδια χρονιά ο Εφημέριος (Léon Morin, Prêtre) του Ζαν Πιερ Μελβίλ.
Την επόμενη χρονιά ξανασυνεργάστηκε με τον Μελβίλ όταν υποδύθηκε τον Σιλιάν, έναν πληροφοριοδότη της αστυνομίας, στην ταινία Ο Χαφιές (Le Doulos), ένα διαμάντι του σινεμά που κατατάχθηκε από το περιοδικό Empire στις 500 καλύτερες όλων των εποχών. Την ίδια χρονιά βρέθηκε στο πλευρό της Κλαούντια Καρντινάλε στη θρυλική κομεντί του Φιλίπ Ντε Μπροκά Καρτούς (Cartouche).
Το 1963 έπαιξε στο Καυτό πεζοδρόμιο (Peau de banane) με τη Ζαν Μορώ και λίγο αργότερα βρέθηκε και πάλι στα χέρια του Μελβίλ για την ταινία Ο μεγάλος τυχοδιώκτης (L’ aîné des Ferchaux, 1963), όπου υποδύθηκε έναν νεαρό μποξέρ σε ρόλο σωματοφύλακα.
Στροφή στο εμπορικό σινεμά
Με την κομεντί Άνθρωπος από το Ρίο (L’Homme de Rio, 1964), του Φιλίπ ντε Μπροκά, έκανε μια επιτυχημένη στροφή προς το εμπορικό σινεμά το οποίο τροφοδότησε με δεκάδες ταινίες κάθε είδους και στυλ.
Από γκανγκστερικές ταινίες και μαύρες κωμωδίες μέχρι ανάλαφρες κομεντί, θρίλερ.Το 1970 συναντήθηκεμε τον Αλέν Ντελόν στο γκανγκστερικό Μπορσαλίνο (Borsalino) του Ζακ Ντερέ ενώ το 1971 βρέθηκε στην Ελλάδα μαζί με τον Ομάρ Σαρίφ για τα γυρίσματα της ταινίας Οι διαρρήκτες (Le casse, 1971) του Ανρί Βερνέιγ[10]. Το 1972 έπαιξε στη μαύρη κωμωδία Απίθανος, σατανικός και… ωραίος (Docteur Popaul) του Κλοντ Σαμπρόλ, έχοντας στο πλευρό του τη Μία Φάροου και τη Λάουρα Αντονέλι και το 1974 στη δραματική ταινία Stavisky… του Αλέν Ρενέ, μία από τις πιο αντι-εμπορικές δουλειές της καριέρας του υποδυόμενος τον μεγαλοαπατεώνα επιχειρηματία Αλεξάντρ Σταβίσκι.Εθισμένος όμως πλέον στην επιτυχία συνέχισε με τις εμπορικές ταινίες Ένας αξιολάτρευτος παλιάνθρωπος (L’ incorrigible, 1975) του Μπροκά, τα θρίλερ Τρόμος πάνω απ’ την πόλη (Peur sur la ville, 1975) και Εν ονόματι της βίας (L’ Alpagueur, 1976), την κομεντί Μπάτσος ή αλήτης (Flic ou Voyou), του σκηνοθέτη Ζορζ Λοτνέρ,με τον οποίο έκανε στη συνέχεια και άλλες ταινίες όπως οι Ο μάγκας με τα 1000 πρόσωπα (Le Guignolo, 1979), Ο επαγγελματίας (Le Professionnel, 1981), Ο πολυγαμικός (Joyeuses Pâques, 1984) και L’inconnu dans la maison (1992).
Από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 στράφηκε προς το θέατρο παίζοντας σε πολλές παραστάσεις, Το 1987 κέρδισε βραβείο Σεζάρ καλύτερου ηθοποιού για την ταινία Ο κυνηγός της περιπέτειας (Itinéraire d’un enfant gâté) για να γίνει στη συνέχεια πιο επιλεκτικός με δουλειές ποιοτικές όπως οι Άθλιοι ου Βικτόρ Ουγκώ.
Το εγκεφαλικό επεισόδιο που υπέστη το 2001 επηρέασε την ομιλία του.
Παρόλα αυτά επέστρεψε πανηγυρικά, έπειτα από επτά χρόνια, με τον Άνθρωπο και τον σκύλο του (Un homme et son chien, 2008), ερμηνεύοντας έναν άστεγο ηλικιωμένο που περιπλανιέται στο Παρίσι με τον σκύλο του.
Το 2011 τιμήθηκε στις Κάννες με ειδικό Χρυσό Φοίνικα για τη συνολική προσφορά του στην έβδομη τέχνη, βραβείο το οποίο ο ίδιος χαρακτήρισε, φανερά συγκινημένος, ως «δώρο θεού» καθώς ήταν λίγες μέχρι τότε οι φορές που είχε τιμηθεί.
Η μεγάλη επιτυχία στις γυναίκες
Ο «άσχημος γόης», όπως συνήθιζαν να τον αποκαλούν, του γαλλικού σινεμά, είχε πολύ μεγάλη επιτυχία στις γυναίκες. Δεν είναι τυχαίο ότι ανάμεσα στις διάσημες κατακτήσεις του βρίσκονταν η Ούρσουλα Άντρες και η Λάουρα Αντονέλι. Παντρεύτηκε δύο φορές, την πρώτη με την Ελοντί Κονστάν, αποκτώντας τρία παιδιά και τη δεύτερη με την ηθοποιό Ναταλί Ταρντιβέλ με την οποία απέκτησε ένα ακόμη παιδί για να χωρίσουν αργότερα, το 2008.
Οι νεκροπομποί μετέφεραν το φέρετρο του Ζαν-Πολ Μπελμοντό, καλυμμένο με τη γαλλική σημαία, στην αυλή του στρατιωτικού μουσείου των Απομάχων, όπου είναι θαμμένος ο Ναπολέοντας, για την επίσημη τελετή.
Η τελετή πραγματοποιήθηκε υπό τους ήχους της μουσικής του Ένιο Μορικόνε (το θρυλικό Chi Mai από την ταινία «Le professionnel»), ο οποίος είχε ντύσει μια σειρά από ταινίες στις οποίες πρωταγωνίστησε ο Μπελμοντό.
Ο «Μπεμπέλ» ήταν για χρόνια ένας από τους δημοφιλέστερους ηθοποιούς στη Γαλλία, που έπαιξε σε δεκάδες εμπορικές ταινίες, αφού είχε ήδη γίνει διάσημος ως σταρ της Νουβέλ Βαγκ, κυρίως χάρη στην ταινία «Με κομμένη την ανάσα» του Ζαν-Λικ Γκοντάρ, το 1959.
Συγκινητικός επικήδειος από τον Μακρόν
«Ήταν ο φίλος που όλοι ονειρεύονταν» είπε ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν στον επικήδειό του. «Δεν σταματούσε ποτέ να ανανεώνεται, να αναδημιουργεί τον εαυτό του και κατ’ αυτόν τον τρόπο κατέκτησε διαδοχικές γενιές», συνέχισε, για να καταλήξει: «Αντίο, Μπεμπέλ».
«Εκεί όπου βρίσκεται, είμαι σίγουρος ότι χαμογελάει, όπως πάντα», είπε ο εγγονός του, επίσης ηθοποιός, Βικτόρ Μπελμοντό, δείχνοντας τη μεγάλη φωτογραφία του παππού του, με το χαμόγελο στα χείλη. «Δεν έπαψε ποτέ να αναζητά την ευτυχία, αλλά και να την δίνει», συνέχισε ο Βικτόρ που συνοδευόταν από τα άλλα εγγόνια του ηθοποιού και τη νεότερη κόρη του, τη Στέλλα.
Στην τελετή παραβρέθηκαν τα μέλη της οικογένειάς του, πολλοί υπουργοί, καλλιτέχνες όπως ο βραβευμένος με Όσκαρ Ζαν Ντιζαρντέν, ηθοποιοί, όπως οι Γκιγιόμ Κανέ και Μαριόν Κοτιγιάρ και πολλοί θαυμαστές του ηθοποιού. Συνολικά, στην αυλή του μεγάρου, εκτός από τους συγγενείς και τους επισήμους, επιτράπηκε η είσοδος σε 1.000 άτομα, υπό την προϋπόθεση ότι ήταν εφοδιασμένοι με «πράσινο» υγειονομικό πάσο.
Το πλήθος μπορούσε όμως να παρακολουθήσει την τελετή και από τις γιγαντοοθόνες που είχαν τοποθετηθεί γύρω από το μνημείο, ενώ πολλά τηλεοπτικά κανάλια διέκοψαν το πρόγραμμά τους για να την μεταδώσουν. Στο Βέλγιο, το κανάλι RTBF μετέδωσε απευθείας την τελετή.
Πληροφορίες από www.protothema.gr & www.tanea.gr