Καρδιακή ανεπάρκεια: Τι είναι, ποια συμπτώματα έχει και που οφείλεται

Μάθε τα συμπτώματα και τα αίτια της καρδιακής ανεπάρκειας, τι είναι και ποια είναι η θεραπεία για την αντιμετώπισή της.

 

 

Οι καρδιαγγειακές παθήσεις ευθύνονται για μεγάλο ποσοστό της ετήσιας θνητότητας, παγκοσμίως, με τα καρδιαγγειακά νοσήματα να αποτελούν την πρώτη αιτία θανάτου τις τελευταίες δεκαετίες.

 

 

Γράφει ο Παπαδογιάννης Αθανάσιος, Ιατρός – Καρδιολόγος, Νέα Σμύρνη

 

 

Με την προοδευτική γήρανση του πληθυσμού, αλλά και την ανεύρεση αποτελεσματικών θεραπειών και την επιτυχή αντιμετώπιση νοσημάτων όπως είναι το έμφραγμα του μυοκαρδίου, έχει αυξηθεί το προσδόκιμο επιβίωσης, επομένως και η επίπτωση της καρδιακής ανεπάρκειας.

 

 

Η καρδιακή ανεπάρκεια, συγκεκριμένα, σημαντική αιτία νοσηρότητας και θνητότητας, αποτελεί κλινική οντότητα που χαρακτηρίζεται από την αδυναμία της καρδιάς να ανταποκριθεί στις ανάγκες αιμάτωσης των ιστών, με τα αίτια που την προκαλούν να ποικίλλουν. Πάμε να δούμε ορισμένα βασικά στοιχεία της συγκεκριμένης νόσου.

 

 

Τι είναι η καρδιακή ανεπάρκεια;

 

Η καρδιακή ανεπάρκεια αποτελεί ένα πολύπλοκο και δυναμικά εξελισσόμενο κλινικό σύνδρομο, που προκαλείται από την αδυναμία της καρδιάς να παρέχει επαρκή αιμάτωση για της ανάγκες των ιστών.

 

 

Είναι αποτέλεσμα διαταραχών της δομής και της λειτουργικότητας της καρδιάς, οδηγώντας, τελικώς, σε μη αναστρέψιμη διαδικασία.

Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες της Ευρωπαϊκής Καρδιολογικής Εταιρείας, η καρδιακή ανεπάρκεια δεν είναι μία απλή παθολογική διάγνωση, αλλά είναι ένα κλινικό σύνδρομο που χαρακτηρίζεται από τα τυπικά συμπτώματα (δύσπνοια, πρήξιμο αστραγάλων και κόπωση) που μπορεί να συνοδεύεται από συγκεκριμένα σημεία.

 

 

Που οφείλεται;

 

Οφείλεται σε δομική και/ή λειτουργική καρδιακή διαταραχή με αποτέλεσμα τις αυξημένες ενδοκαρδιακές πιέσεις και/ή την ανεπαρκή καρδιακή παροχή κατά την ηρεμία και/ή κατά την άσκηση.

 

 

Ο επιπολασμός (δηλαδή η αναλογία ενός συγκεκριμένου πληθυσμού που επηρεάζεται από μία ιατρική κατάσταση) της Καρδιακής Ανεπάρκειας υπολογίζεται στο 1 – 2% του ενήλικου πληθυσμού. Στα άτομα ηλικίας άνω των 70 ετών, όμως, φτάνει >10%, ενώ στα άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών που εμφανίζονται με συμπτώματα δύσπνοιας κατά την άσκηση, ένας στους έξι έχει μη διαγνωσμένη καρδιακή ανεπάρκεια.

 

 

Οι αιτίες που οδηγούν στην εμφάνιση αυτού του κλινικού συνδρόμου ποικίλλουν, με προεξάρχουσες τη στεφανιαία νόσο, την αρτηριακή υπέρταση και τις βαλβιδοπάθειες.

 

 

Ωστόσο, το σημαντικό είναι πως η πρόοδος στη διάγνωση και την κατανόηση της παθοφυσιολογίας (δηλαδή τη διαταραχή των φυσιολογικών λειτουργιών του οργανισμού) της καρδιακής ανεπάρκειας έχουν βελτιώσει τις θεραπευτικές μεθόδους που εφαρμόζονται, κάτι που έχει οδηγήσει στη βελτίωση του προσδόκιμου επιβίωσης, την ποιότητα ζωής και τη μείωση των νοσηλειών των ασθενών.

 

 

Ποια είναι τα συμπτώματα της Καρδιακής Ανεπάρκειας

 

Η καρδιακή ανεπάρκεια χαρακτηρίζεται από συγκεκριμένα συμπτώματα, ορισμένα περισσότερα και κάποια άλλα όχι τόσο ειδικά.

 

 

Δυσκολία στην αναπνοή

 

 

Το πλέον χαρακτηριστικό σύμπτωμα είναι η δύσπνοια, η δυσκολία του ατόμου να αναπνεύσει.

Είναι δυνατό να εμφανιστεί με τη σωματική προσπάθεια (δύσπνοια προσπαθείας), όπως και μετά από συναισθηματική φόρτιση, υπερυδάτωση ή αρρυθμίες. Πιθανό να εκδηλώνεται και κατά την ηρεμία ή κατά την κατάκλιση και να υποχρεώνει τον ασθενή να κάθεται ή να κοιμάται ψηλά με αρκετά μαξιλάρια στην πλάτη (συνήθως >2).

 

 

Επίσης, μπορεί να εμφανιστεί ξαφνικά κατά τη διάρκεια του ύπνου (2 – 3 ώρες μετά την κατάκλιση) και αναγκάζει το άτομο να σηκωθεί για αναζήτηση αέρα (παροξυσμική νυκτερινή δύσπνοια). Η σημαντικότερη κλινική εκδήλωση της καρδιακής ανεπάρκειας είναι το οξύ πνευμονικό οίδημα το οποίο συνιστά επείγουσα καρδιολογική κατάσταση όπου είναι αναγκαία η άμεση παροχή ιατρικής φροντίδας σε νοσοκομειακό χώρο.

 

 

Μπορεί να συνοδεύει καταστάσεις όπως το οξύ έμφραγμα μυοκαρδίου, οι αρρυθμίες, η υπέρμετρη αύξηση της αρτηριακής πίεσης.

 

 

Οιδήματα

 

 

Το δεύτερο, αρκετά χαρακτηριστικό σύμπτωμα, είναι τα οιδήματα. Λόγω της κατακράτησης υγρών οι ασθενείς συχνά παρουσιάζονται στον ιατρό λόγω οιδημάτων, κυρίως στην περιοχή των αστραγάλων.

 

 

Αρκετά συχνά αναφέρουν πως “δεν μπορούν να φορέσουν τα παπούτσια τους” γιατί έχουν πρηστεί τα πόδια τους. Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε πως υγρό είναι πιθανό να συσσωρευτεί και στην κοιλιά. Σε περίπτωση αύξησης του μεγέθους της κοιλιάς, ομφαλοκήλης ή αιμορροϊδων, καλό να είναι να επισκεφθείτε τον ιατρό σας.

 

 

Κόπωση

 

 

Ένα άλλο σύμπτωμα το οποίο μπορεί να μην αξιολογηθεί εγκαίρως από τον πάσχοντα από καρδιακή ανεπάρκεια, είναι η κόπωση. Οι πάσχοντες αισθάνονται κόπωση ακόμη και στην μικρή προσπάθεια (όπως είναι η βάδιση λίγων μέτρων). Οφείλεται στη μείωση της καρδιακής παροχής, δηλαδή στη μειωμένη αιμάτωση των ιστών.

 

 

Γαστρεντερικές διαταραχές

 

 

Οι πάσχοντες από καρδιακή ανεπάρκεια μπορεί να αναφέρουν γαστρεντερικές διαταραχές, όπως είναι το αίσθημα “φουσκώματος” αμέσως μετά το φαγητό, η δυσκοιλιότητα, η ναυτία, ο έμετος.

 

 

Επιπλέον, είναι δυνατό να παρουσιαστεί ολιγουρία, η οποία μπορεί να παρουσιαστεί κατά τη διάρκεια της ημέρας, ενώ τη νύχτα, λόγω ανακατανομής των υγρών, αυξάνεται η διούρηση (νυκτουρία).

 

 

Τέλος, άλλα συμπτώματα είναι η διαταραχή της συνείδησης ή η σύγχυση λόγω μειωμένης εγκεφαλικής αιμάτωσης.

 

 

Πώς γίνεται η διάγνωση;

 

Η αξιολόγηση ατόμων με καρδιακή ανεπάρκεια ξεκινάει, όπως σε όλες τις περιπτώσεις, με ένα πλήρες και λεπτομερές ιατρικό ιστορικό και την εκτενή κλινική εξέταση και επεκτείνεται στην εκτέλεση των αναγκαίων εργαστηριακών εξετάσεων. Όπως αναφέρθηκε και προηγουμένως τα συμπτώματα της Καρδιακής Ανεπάρκειας δεν είναι ειδικά και ενδέχεται να αποδοθούν αρχικά σε άλλα νοσήματα.

 

 

Αυτός είναι ο λόγος που η διάγνωση στα πρώιμα στάδια αποτελεί ιδιαίτερα κρίσιμο σημείο και ο κάθε ασθενής χρήζει συχνής επανεκτίμησης. Επίσης, ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στη διάγνωση παίζουν τόσο το ηλεκτροκαρδιογράφημα (ΗΚΓ), όσο και το υπερηχοκαρδιογράφημα (Triplex) καρδιάς και ο εργαστηριακός έλεγχος.

 

 

Το ΗΚΓ αποτελεί την πρώτη σημαντική διαγνωστική εξέταση που διενεργείται σε άτομα με πιθανή Καρδιακή Ανεπάρκεια, καθώς παρέχει ενδείξεις για παρουσία εμφράγματος μυοκαρδίου (οξύ ή εικόνα παλαιού εμφράγματος), αρρυθμίες ή μυοκαρδιοπάθειες.

 

 

Το Triplex καρδιάς είναι η πιο χρήσιμη και ευρέως διαθέσιμη εξέταση σε άτομα με υποψία Καρδιακής Ανεπάρκειας για την επιβεβαίωση της διάγνωσης. Παρέχει άμεσες πληροφορίες για τη λειτουργία της καρδιάς, το μέγεθος των καρδιακών κοιλοτήτων, τη λειτουργία των βαλβίδων, τον υπολογισμό ενδοκαρδιακών πιέσεων.

 

 

Οι εργαστηριακές εξετάσεις ατόμων με Καρδιακή Ανεπάρκεια περιλαμβάνουν τη γενική εξέταση αίματος, το βιοχημικό έλεγχο (ουρία, κρεατινίνη, ηλεκτρολύτες όπως νάτριο – κάλιο – μαγνήσιο, ηπατικά ένζυμα, αλβουμίνη, φερριτίνη), τις ορμόνες της θυρεοειδικής λειτουργίας, βιοδείκτες καρδιακής λειτουργίας και τη γενική ούρων.

 

 

Ο συγκεκριμένος έλεγχος έχει στόχο να αποκλειστούν ορισμένα αναστρέψιμα αίτια της Καρδιακής Ανεπάρκειας όπως η θυρεοειδική δυσλειτουργία, η σιδηροπενία, να αναγνωριστούν δυσμενείς παράγοντες όπως η αναιμία και η χαμηλή τιμή νατρίου και να αξιολογηθεί αν μπορεί να χορηγηθεί συγκεκριμένο φαρμακευτικό σχήμα (βάσει των τιμών νεφρικής λειτουργίας και καλίου).

 

 

Επιπλέον, οι βιοδείκτες μπορούν να δώσου σημαντικές διαγνωστικές, αλλά και προγνωστικές πληροφορίες για την πορεία του πάσχοντος από Καρδιακή Ανεπάρκεια. Ένας από αυτούς τους βιοδείκτες, με σημαντικό διαγνωστικό ρόλο, είναι τα νατριουρητικά πεπτίδια.

 

 

Συγκεκριμένα, σύμφωνα και με τις κατευθυντήριες οδηγίες της Ευρωπαϊκής Καρδιολογικής Εταιρείας, τα επίπεδα των νατριουρητικών πεπτιδίων σε συνδυασμό με τα ευρήματα από το Triplex καρδιάς χρησιμεύουν ως αρχική διαγνωστική εξέταση.

 

 

Ποιες δυνατότητες θεραπείας υπάρχουν

 

Η θεραπευτική παρέμβαση της καρδιακής ανεπάρκειας έχει 3 κατευθύνσεις:

 

 

1) τη βελτίωση της πρόγνωσης με τη μείωση της θνησιμότητας,

 

 

2) τη μείωση της νοσηρότητας με ανακούφιση των συμπτωμάτων, τη βελτίωση της ποιότητας ζωής, τη μείωση των νοσηλειών και

 

 

3) την πρόληψη, με την αποφυγή ή αναστολή της μυοκαρδιακής βλάβης και την πρόληψη της υποτροπής των συμπτωμάτων και των επανεισαγωγών στο νοσοκομείο.

 

 

Μεγάλης σημασίας είναι οι οδηγίες που θα δοθούν στον ασθενή, καθώς κομμάτι της θεραπείας είναι και η τροποποίηση του τρόπου ζωής. Συγκεκριμένα, ο ασθενής με καρδιακή ανεπάρκεια επιβάλλεται να ελέγχει τακτικά το σωματικό του βάρος, να περιορίσει την πρόσληψη υγρών και άλατος, να διακόψει το κάπνισμα και το αλκοόλ και να εμβολιάζεται προληπτικά για τον πνευμονιόκοκκο και ετησίως για τον ιό της γρίπης.

 

 

Οι θεραπευτικές προσεγγίσεις περιλαμβάνουν τις φαρμακευτικές παρεμβάσεις, τις μη φαρμακευτικές παρεμβάσεις και την επεμβατική θεραπεία.

 

 

Η φαρμακευτική αγωγή περιλαμβάνει φάρμακα που στοχεύουν στην ανακούφιση των συμπτωμάτων, τη μείωση των επανεισαγωγών στο νοσοκομείο και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής. Στοχεύουν στην “εξουδετέρωση” των μηχανισμών που οδηγούν στις κλινικές εκδηλώσεις, δηλαδή ανακουφίζουν από την κατακράτηση υγρών, μειώνουν το βαθμό ενεργοποίησης του συμπαθητικού νευρικού συστήματος και ορισμένους άλλους αντιρροπιστικούς μηχανισμούς.

 

 

Αναφέρουμε επιγραμματικά ορισμένες κατηγορίες των συγκεκριμέων φαρμάκων, όπως τα διουρητικά, τους αναστολείς του άξονα ρενίνης – αγγειοτασίνης, τους β – αναστολείς, τους ανταγωνιστές των υποδοχέων αλδοστερόνης.

 

 

Σχετικά με τη μη φαρμακευτική παρέμβαση, αφορά την αλλαγή του τρόπου ζωής που αναφέρθηκε προηγουμένως. Παράλληλα, ο ασθενής με Καρδιακή Ανεπάρκεια θα πρέπει να βάλει στην καθημερινότητά του τη γυμναστική, ειδικά την αερόβια άσκηση (όπως το περπάτημα). Σχετικά με τη διατροφή, ακολουθείται δίαιτα χαμηλής ή μέτριας περιεκτικότητας σε νάτριο και μέτρηση των προσλαμβανόμενων και αποβαλλόμενων υγρών.

 

 

Τέλος, η επεμβατική θεραπεία εφαρμόζεται σε άτομα με σοβαρή Καρδιακή Ανεπάρκεια, με συμπτώματα ανθεκτικά στη φαρμακευτική αγωγή, με συχνές νοσηλείες. Περιλαμβάνουν την τοποθέτηση εμφυτεύσιμου απινιδωτή, για την αντιμετώπιση πιθανώς θανατηφόρων αρρυθμιών, τη θεραπεία καρδιακού επανασυγχρονισμού, με την τοποθέτηση βηματοδότη και τη “συγχρονισμένη” και αποτελεσματική συστολή και λειτουργία των κοιλοτήτων της καρδιάς, την αορτοστεφανιαία παράκαμψη (by pass) σε άτομα με ισχαιμικής αιτολογίας καρδιακή ανεπάρκεια, την επιδιόρθωση της μιτροειδούς βαλβίδας σε περίπτωση σοβαρής ανεπάρκειας της μιτροειδούς και τις επανορθωτικές επεμβάσεις της αριστερής κοιλίας.

 

 

Οι συσκευές υποβοήθησης αριστερής κοιλίας έχουν αναπτυχθεί ιδιαίτερα τα τελευταία έτη και μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε τελικά στάδια Καρδιακής Ανεπάρκειας, είτε ως θεραπεία, είτε ως “γέφυρα” μέχρι τη μεταμόσχευση καρδιάς.

 

 

Η μεταμόσχευση καρδιάς αποτελεί την οριστική θεραπεία σε ασθενείς με τελικό στάδιο καρδιακής ανεπάρκειας.

Είναι σημαντικό να τονιστεί πως, με την πρόοδο της τεχνολογίας και τη συνεχή ανακάλυψη αποτελεσματικών φαρμάκων, έχει βελτιωθεί το προσδόκιμο επιβίωσης και η ποιότητα ζωής των ατόμων με καρδιακή ανεπάρκεια. Επομένως, όσο νωρίτερα τεθεί η διάγνωση, τόσο το καλύτερο για την πορεία των ασθενών.

 

 

www.fmh.gr

Διαβάστε Επίσης

Υπάρχει ελπίδα!

Ένα περιστατικό πρωτοφανούς σκληρότητας αντιμετώπισαν φιλόζωοι εθελοντές στη Βάρδα.     Βρέθηκε σκυλί να περιφέρεται με δεμένο σύρμα στη

πατήστε & διαβάστε το 19ο τεύχος
Δείτε το κανάλι μας...