Πριν διαβάσετε αυτή την ιστορία, αφιερώστε λίγα λεπτά και αναλογιστείτε ποιος είναι ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος που έχετε γνωρίσει. Ποιος είναι αυτός του οποίου την τύχη κάποια στιγμή ζηλέψατε, τίνος η ζωή είναι εκείνη που θα θέλατε ν’ ανταλλάξετε με τη δική σας; Είναι κάποιος που έχει οτιδήποτε το οποίο εσείς δεν μπορέσατε ν’ αποκτήσετε; Έχει μεγαλύτερη περιουσία από τη δική σας; Είναι διάσημος ή κατέχει θέση εξουσίας;
Σκεφτείτε για λίγο με τι κριτήρια επιλέξατε τον πιο ευτυχισμένο άνθρωπο που γνωρίσατε ποτέ; Τώρα, πάμε πίσω στον χρόνο να συναντήσουμε έναν άνθρωπο που έμεινε στην ιστορία ως ένας από τους επτά σοφότερους ανθρώπους που έζησαν τον 6ο αιώνα Π.Κ.Χ. στην Ελλάδα. Για την ακρίβεια, ο Σόλων ο Αθηναίος ήταν ο σπουδαιότερος άνθρωπος της εποχής του στην Αθήνα, στον τόπο που γεννήθηκε ο δυτικός πολιτισμός.
Ήταν ένας μορφωμένος άνθρωπος, αριστοκρατικής καταγωγής, που ασχολήθηκε με το εμπόριο και ταξίδεψε πολύ. Έγραφε ποιήματα και όταν η πατρίδα του τον χρειάστηκε, χρησιμοποίησε τις γνώσεις και τις ικανότητές του στην δημιουργία μίας σωτήριας νομοθεσίας, θεμέλιο για τη νεογέννητη αθηναϊκή δημοκρατία. Γι’ αυτό όμως θα πούμε άλλη φορά. Τώρα θα ακολουθήσουμε τον Σόλωνα σε ένα από τα ταξίδια του, στις Σάρδεις της Λυδίας, όπου φιλοξενείται από τον βασιλιά Κροίσο, έναν από τους πλουσιότερους βασιλιάδες που έχει καταγράψει η ιστορία. Μέχρι σήμερα αποκαλούμε «Κροίσο» ένα πάμπλουτο άνθρωπο.
Ο Κροίσος ξενάγησε τον καλεσμένο του στο εντυπωσιακό του παλάτι και του έδειξε με καμάρι τους σπάνιους θησαυρούς που είχε συγκεντρώσει. Ύστερα, αφού εξέφρασε τον θαυμασμό του για την καλή φήμη του Σόλωνα, που όλοι θαύμαζαν τη μόρφωση και την ορθή του κρίση, τον ρώτησε αν στα τόσα του ταξίδια είχε γνωρίσει κάποιον άνθρωπο για τον οποίο θα μπορούσε να πει πως είναι ο πιο ευτυχισμένος απ’ όλους. Όπως καταλαβαίνετε, ο Κροίσος γύρευε φιλοφρονήσεις, θεωρώντας προφανώς πως κανείς δεν θα μπορούσε να είναι πιο ευτυχής από τον ίδιο. Ωστόσο, ο Έλληνας σοφός είχε άλλη γνώμη. «Γνωρίζω κάποιον» του είπε «που μου φαίνεται ως ο πιο ευτυχισμένος που γνώρισα. Το όνομά του είναι Τέλλος και είναι από την Αθήνα».
Προς μεγάλη έκπληξη του Κροίσου, ο Τέλλος ήταν ένας άσημος, συνηθισμένος άνθρωπος. «Μα… πώς;» αναρωτήθηκε ο βασιλιάς και ο Σόλων του απάντησε: «Ο Τέλλος ζούσε σε μία ευτυχισμένη πατρίδα, απέκτησε ενάρετους γιους που όλοι έκαναν δικά τους παιδιά που έζησαν όλα, και αυτή την ευτυχισμένη ζωή, με τα μέτρα των ανθρώπων, την επισφράγισε με έναν δοξασμένο θάνατο. Πήρε μέρος σε μία μάχη της Αθήνας εναντίον της γειτονικής Ελευσίνας, και αφού έδιωξε τους εχθρούς της πατρίδας του, σκοτώθηκε με τρόπο ηρωικό.
Οι Αθηναίοι τον κήδεψαν με έξοδα της πόλης στο μέρος όπου σκοτώθηκε και του απέδωσαν μεγάλες τιμές». Ο Κροίσος έκανε μία ακόμα προσπάθεια με την ελπίδα να κατακτήσει τουλάχιστον τη δεύτερη θέση. Ούτε τώρα όμως τον ευχαρίστησε ο Σόλων. Στη δεύτερη θέση έβαλε δύο αδέρφια από το Άργος, τον Κλεόβη και τον Βίτωνα. Ήταν και οι δύο πρωταθλητές σε αγώνες και η μητέρα τους ήταν ιέρεια της Ήρας. Σε μια γιορτή της θεάς έπρεπε η μητέρα τους να μεταφερθεί στον ναό με άμαξα, αλλά τα βόδια δεν επέστρεψαν από το χωράφι εγκαίρως. Τα αγόρια τότε πήραν τη θέση των ζώων και μετέφεραν την άμαξα με τη μητέρα τους στον ναό, που απείχε περίπου 8 χιλιόμετρα. Μόλις έφτασαν, οι Αργείοι ενθουσιάστηκαν με την πράξη των νεαρών και μαζεύτηκαν γύρω τους, θαυμάζοντας τη δύναμή τους και συγχαίροντας την μητέρα για τους γιους που είχε αναθρέψει.
Η ευτυχισμένη μητέρα ζήτησε από την Ήρα να χαρίσει στα παιδιά της, που της είχαν προσφέρει τόση χαρά, ό, τι καλύτερο μπορεί να έχει ένας άνθρωπος. Τι φαντάζεστε πως ήταν αυτό το «καλύτερο»; Όταν η μητέρα ολοκλήρωσε την προσευχή της, πήραν όλοι μαζί μέρος στις θυσίες και στις εορταστικές εκδηλώσεις και τα αγόρια, αποκαμωμένα ακούμπησαν στα σκαλιά του ναού και αποκοιμήθηκαν. Για πάντα! Ένας έντιμος και ήσυχος θάνατος ήταν για τη θεά «το καλύτερο που μπορεί να έχει ο άνθρωπος», ενώ οι άνθρωποι συμπλήρωσαν αυτή την αγαθή τύχη με τιμές προς τα νεκρά αγόρια. Κατασκεύασαν δύο πελώρια αγάλματα που τους απεικόνιζαν και τα αφιέρωσαν στον ναό των Δελφών.
Για καλή μας τύχη, τα αγάλματα αυτά διασώθηκαν και μπορείτε να τα δείτε στο Αρχαιολογικό Μουσείο των Δελφών. Μετά από αυτό, ο Κροίσος άρχισε να χάνει την ψυχραιμία του. «Δηλαδή, φίλε ξένε, τη δική μας ευδαιμονία με τέτοιον τρόπο την εκμηδενίζεις, ώστε ούτε ανάμεσα στους ιδιώτες δεν μας υπολογίζεις;» ρώτησε ενοχλημένος. Και ο Σόλων του απάντησε: «Βέβαια βλέπω πως έχεις πλούτη πολλά και κυβερνάς πολλούς ανθρώπους. Αυτό όμως που με ρωτάς δεν μπορώ να στο απαντήσω, αν πρώτα δεν δω πως θα έχεις καλό τέλος. Γιατί δεν είναι ο πάμπλουτος πιο ευτυχισμένος από αυτόν που έχει απλώς τα καθημερινά, έχοντας τα όλα καλά.
Πριν κάποιος πεθάνει, δεν μπορούμε να τον πούμε ευτυχισμένο, αλλά απλώς καλότυχο… και καμία ανθρώπινη ύπαρξη δεν είναι αυτάρκης, αλλά κάτι έχει και κάτι της λείπει. Και όποιος συμβαίνει να έχει τα πιο πολλά καλά στη ζωή του και επιπλέον έχει και τέλος καλό, αυτός είναι άξιος να καλείται ευτυχισμένος. Πρέπει λοιπόν σε οτιδήποτε να εξετάζουμε την κατάληξή του. Γιατί πολλούς βέβαια άφησε ο θεός να γευτούν για λίγο την ευτυχία, κι έπειτα τους κατακρήμνισε ολοσχερώς». Ο Κροίσος δεν κατάλαβε, δυστυχώς, κι έδιωξε τον καλεσμένο του πεπεισμένος πως πρόκειται για έναν αμόρφωτο άνθρωπο που κάνει τον ξύπνιο, ενώ δεν είναι σε θέση να εκτιμήσει τα αγαθά που χαρίζουν την ευτυχία.
Ο Ηρόδοτος, που κατέγραψε αυτή την ιστορία, συμπληρώνει την αφήγηση με εκείνα που επεφύλασσε το μέλλον στον σπουδαίο βασιλιά. Λίγο αργότερα, όταν τον βρήκαν βάσανα που τα χρήματα δεν μπορούσαν να απομακρύνουν αντιλήφθηκε πως η ευτυχία ήταν κάτι περισσότερο από τους θησαυρούς του. Και όταν η χώρα του καταλήφθηκε από τους Μήδους και ο νέος ισχυρός της Ανατολής, ο Κύρος, ετοιμαζόταν να τον κάψει ζωντανό, τότε ο ετοιμοθάνατος Κροίσος θυμήθηκε τον σοφό, που του είχε φανεί τόσο ανόητος τότε. Καθώς τον άγγιζαν οι φλόγες, αναφώνησε «Σόλων, Σόλων, Σόλων».
Ο Κύρος ρώτησε ποιος ήταν αυτός ο Σόλων και ο Κροίσος διηγήθηκε την ιστορία, με αποτέλεσμα να γλιτώσει τη ζωή του και να μείνει κοντά στον Κύρο για το υπόλοιπο της ζωής του. Θυμήσου τον Σόλωνα κάθε φορά που συλλαμβάνεις τον εαυτό σου να φθονεί τη ζωή κάποιου άλλου, όποτε αισθάνεσαι αποτυχημένος, όποτε συναντάς ανθρώπους που απαξιώνουν όσα έχεις κατορθώσει. Όλα μπορούν ν’ αλλάξουν ριζικά και σε μία στιγμή να γίνουν καλύτερα ή χειρότερα, για τον πλούσιο, τον φτωχό, τον σπουδαίο και τον ασήμαντο εξίσου. Επίσης, έχε πρόχειρες δυό –τρεις καλές ιστορίες, γιατί, πού ξέρεις; Ίσως μια μέρα να σου σώσουν τη ζωή.
ΠΗΓΗ: www.grethexis.com