Joseph Bonanno: Ο Μαφιόζος που αποτέλεσε το πρότυπο του πρωταγωνιστή στη ταινία “Ο Νονός”!

O Τζόζεφ Μπονάννο, ένας από τους μεγαλύτερους αρχηγούς της Αμερικάνικης Μαφίας, λαθρέμπορος οινοπνευματοδών ποτών, γκάγκστερ, τοκογλύφος κι εκβιαστής.

 

 

Αποτελούσε τον άνθρωπο για τον οποίο η παράδοση ήταν πολύ σημαντική, καθώς επίσης το καλό όνομα και η καλή του φήμη. Θεωρείται πώς αποτέλεσε το πρότυπο του πρωταγωνιστή στο βιβλίο του Mario Puzo “Νονός”, που παίχτηκε με τεράστια επιτυχία στον κινηματογράφο…

 

Γεννήθηκε στις 18 Ιανουαρίου 1905 στη δυτική Σικελία. Σε ηλικία τριών ετών μετανάστευσε με τους γονείς του στην Αμερική. Στην ηλικία των εφτά ετών επέστρεψε, πάντα με τους γονείς του, στη Σικελία, όπου ο πατέρας του καλέστηκε να υπηρετήσει στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Επέστρεψε στο σπίτι του με σοβαρά προβλήματα υγείας και τελικά πέθανε το 1916. Τρία χρόνια αργότερα πέθανε και η μητέρα του, οπότε ο μικρός Τζόζεφ στάλθηκε σε έναν θείο του. Σύντομα αποφάσισε να γίνει ναυτικός αλλά τέθηκε σε διαθεσιμότητα μαζί με τον ξάδερφό του διότι δεν ήθελαν να φορέσουν το μαύρο πουκάμισο που είχε επιβάλλει ο Μουσολίνι.

 

Ο Τζόζεφ αποφάσισε να επιστρέψει στην Αμερική παράνομα, μαζί με τον ξάδερφό του, μέσω Κούβας. Οι Αρχές τους έπιασαν αλλά μεσολάβησε θείος του, αδερφός της μητέρας του, και τους πήρε στη Νέα Υόρκη. Αφού κάθισε λίγο με τους συγγενείς του αποφάσισε να μείνει μόνος του σε ενοικιαζόμενο δωμάτιο, σε μια περιοχή όπου κατοικούσαν χιλιάδες Σικελοί. Ο Τζόζεφ έγινε μέλος μιας μεγάλης επιχείρησης οινοπνευματοδών ποτών των Στέφανο Μαγγανίνο και Γκασπάρ ΝτιΓκρεγκόριο. Πολύ γρήγορα έγινε πολύτιμο μέλος της επιχείρησης την οποία κατάφερε να την αναδιοργανώσει με επιτυχία.

 

Σύντομα ο Σαλβατόρε Μαρανζάνο, ένας Μαφιόζος με τεράστια επιρροή στο οργανωμένο έγκλημα της Αμερικής, πήρε τον Τζόζεφ Μπονάννο μαζί του, ο οποίος ταξίδευε σε όλη την χώρα επιθεωρώντας τους αποστακτήρες του ουίσκι του. Αργότερα όμως ο Μαρανζάνο θα σκοτωθεί σε μια διαμάχη από τον Τζιουσέππε Μασσερία, που ήταν επικεφαλής της πιο ισχυρής εγκληματικής οργάνωσης στη Νέα Υόρκη. Ήταν ένας σκληρός δολοφόνος που είχε καταφέρει να ενώσει τις πιο ισχυρές εγκληματικές οικογένειες της Νέας Υόρκης υπό την καθοδήγησή του.

 

 

Στις 10 Σεπτεμβρίου 1931 ο Μαρανζάνο δολοφονήθηκε από τέσσερα άτομα που παρίσταναν τους ανώτερους υπαλλήλους της Εφορίας και ο Μπονάννο εκλέχτηκε στη θέση του. Όλοι οι αρχηγοί οικογενειών αποδέχθηκαν τον Μποννάνο ως έναν από τους ισχυρότερους ηγέτες της οικογένειας σε όλη τη χώρα. Στις 15 Νοεμβρίου του ίδιου έτους παντρεύτηκε την Φρέυ Λαμπρούζο.

 

Ο Τζόζεφ Μπονάννο μαζί με τον Λάκυ Λουτσιάνο δημιούργησαν την “Επιτροπή”, δηλαδή, ένα συμβούλιο αρχηγών της Μαφίας η οποία θα επίλυε τις διαφωνίες που προέκυπταν στους κόλπους της. Στο μεταξύ ο Μπονάννο εκτός απο το λαθρεμπόριο οινοπνευματωδών ποτών είχε επεκταθεί σε παράνομες λοταρίες και τοκογλυφία. Θέλοντας να κρύψει τις παράνομες δραστηριότητές του άρχισε να επενδύει σε νόμιμες επιχειρήσεις, όπως εταιρία ενδυμάτων, γραφείο τελετών, εταιρία εισαγωγής τυριού κ.α., πληρώνοντας τους φόρους του. Για αρκετά χρόνια ο Μπονάννο κατάφερε να επικρατήσει σχετική ηρεμία στη Νέα Υόρκη με κάθε οργάνωση να ασχολείται με τις επιχειρήσεις της στη δική της περιοχή.

 

Μέχρι τα μέσα της 10ετίας του ’50 Μπονάννο έγινε ιδιαίτερα σεβαστός και άνθρωπος με τεράστια ακίνητη περιουσία και με έναν καλό γάμο από τον οποίο είχε αποκτήσει δυο γιους και μία κόρη.

 

Το 1957 με την σύζυγό του πήγε στην Ιταλία όπου συναντήθηκε με αρκετούς μαφιόζους, ανάμεσά τους και ο Λάκυ Λουτσιάνο, και συζήτησαν θέματα που είχαν να κάνουν με τις εγκληματικές τους οργανώσεις και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού.

 

Επιστρέφοντας στην Αμερική ο Μπονάννο καλέστηκε σε μια εθνική συνεδρίαση όλων των Μαφιόζικων οικογενειών στο κτήμα του Τζόε Μπάρμπαραν στο Απαλαχίν της Νέας Υόρκης. 120 αρχηγοί μαζεύτηκαν χωρίς όμως τον Μπονάννο. Η συνεδρίαση διακόπηκε απότομα όταν έγινε έφοδος της αστυνομίας συλλαμβάνοντας 63 αρχηγούς. Η έφοδος αυτή ξεκίνησε από την παρατηρητικότητα ενός έφιππου αστυνομικού που για πρώτη φορά είδε τόσες πολλές λιμουζίνες να κινούνται προς συγκεκριμένη κατεύθυνση.

 

Ειδοποίησε τους ανωτέρους του κι έτσι αποφασίστηκε η έφοδος των αστυνομικών, που όμως καμία σύλληψη δεν οδήγησε σε καταδίκη αφού όλοι επικαλέστηκαν πώς πήγαν να επισκεφθούν τον άρρωστο φίλο τους. Χωρίς στοιχεία η δικαιοσύνη δεν μπόρεσε να καταδικάσει κανέναν.

 

Το 1959 ο Τζόζεφ Μπονάννο μπήκε στο μάτι του FBI. Τον κατηγόρησαν για συνωμοσία, αλλά δεν δικάστηκε γιατί πριν η υπόθεσή του φτάσει στο δικαστήριο υπέστη εγκεφαλικό επεισόδιο και αποσύρθηκε στην Αριζόνα για να αναρρώσει.
Το 1963 ο Μπονάννο κατηγορήθηκε ότι είχε σχεδιάσει τη δολοφονία τριών από τους μεγαλύτερους ανταγωνιστές του.
Απογοητευμένος από τα άλλα μέλη της Μαφίας, που είχαν αρχίσει πόλεμο μεταξύ τους, ο Μπονάννο ταξίδεψε με την γυναίκα του στον Καναδά για να στήσει νέα επιχείρηση. Οι Καναδοί, μαθαίνοντας την δραστηριότητά του δεν του επέτρεψαν να μείνει και μετά από 3μηνη κράτησή του τον απέλασαν στην Αμερική.

 

Τον Οκτώβριο του 1964 καλέστηκε να εμφανιστεί στην ομοσπονδιακή κριτική επιτροπή που έκανε έρευνα για το οργανωμένο έγκλημα. Την παραμονή της παρουσίας του στο δικαστήριο συγγενείς του σκηνοθέτησαν την απαγωγή του. Αργότερα κρύφτηκε από την αστυνομία για λίγους μήνες στο σπίτι του στην Αριζόνα, ή στην Αϊτή σύμφωνα με άλλη εκδοχή. Στις 17 Μαΐου 1966 παραδόθηκε στις αρχές κι αφού λίγο νωρίτερα είχε προηγηθεί πιστολίδι μεταξύ των αντρών του και γκάγκστερ της οικογένειας του Ντι Γκρεγόριο, όπου όμως κανείς δεν σκοτώθηκε. Αποφυλακίστηκε με εγγύηση και πήγε στο Λόνγκ Άιλαντ να μείνει με τον γιο του.

 

Μέχρι το 1969 συνεχιζόταν ο πόλεμος μεταξύ των δύο οικογενειών με θύματα και από τις δύο πλευρές. Μετά το τέλος του πολέμου ο Μπονάννο δεν ήθελε πλέον να είναι αρχηγός της οικογένειας και αποσύρθηκε στο σπίτι του στην Αριζόνα. Το 1980 κατηγορήθηκε εκ νέου σε συνωμοσία και καταδικάστηκε σε 5 χρόνια φυλάκιση. Λίγο πριν μπει στη φυλακή πέθανε η γυναίκα του Φρέυ. Αποφυλακίστηκε το 1986 κι έζησε ελεύθερος για ακόμα 16 χρόνια.

 

Το 1983 εξέδωσε το βιβλίο “Ένας ευυπόληπτος άνδρας” όπου αφηγείται την ζωή του με εξωφρενικές αναφορές στη Μαφία, την οποία αποκαλούσε “παράδοσή του”.

 

Πέθανε σε ηλικία 97 ετών στις 11 Μαΐου 2002.

Διαβάστε Επίσης

Περισσότερες από 60 γυναίκες Ρομά προχώρησαν σε γυναικολογικές εξετάσεις μέσω οργανωμένης δράσης των κοινωνικών υπηρεσιών Δήμου Ήλιδας

Σε γυναικολογικές εξετάσεις -τεστ ΠΑΠ και προληπτικό έλεγχο- σε γυναίκες Ρομά που διαβιούν στις συνοικίες Παπακαυκά και Τσιχλεΐκων Αμαλιάδας,

πατήστε & διαβάστε το 19ο τεύχος
Δείτε το κανάλι μας...